Το ωριαίο εισόδημα των Ελλήνων το 2023 είχε την χαμηλότερη αγοραστική δύναμη στην Ε.Ε. όπως αποκαλύπτει ετήσια έκθεση της ΓΣΕΕ για την ελληνική οικονομία και την απασχόληση.
Η έκθεση διαπιστώνει ότι η μεγέθυνση της οικονομίας το 2023 και το α΄ τρίμηνο του 2024 στηρίχτηκε στην κατανάλωση. «Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλαν περισσότερο τα υψηλότερα εισοδήματα από μη μισθωτή εργασία και σε μικρότερο βαθμό τα καταναλωτικά δάνεια», τονίζεται.
Μεταξύ των βασικών συμπερασμάτων της ΓΣΕΕ, είναι πως ήταν πενιχρή η συμβολή της αύξησης των μισθών στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα και κατ’ επέκταση στην κατανάλωση των νοικοκυριών.
Οι επενδύσεις σε κατοικία, εστίαση και καταλύματα εγκλωβίζουν την οικονομία
«Παραπάνω από τις μισές Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ) κατευθύνθηκαν προς την αγορά κατοικίας και τον κλάδο της εστίασης και της παροχής καταλυμάτων. Το έλλειμμα επενδύσεων σε κλάδους που προσφέρουν υψηλή προστιθέμενη αξία στο σύνολο της οικονομίας, όπως, για παράδειγμα, οι επενδύσεις σε Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α), εγκλωβίζει την οικονομία σε ένα πλαίσιο χαμηλής παραγωγικότητας, αδύναμης παραγωγικής διάρθρωσης και υψηλής εισαγωγικής εξάρτησης».
Δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών
Η ΓΣΕΕ προτείνει διαρθρωτικές παρεμβάσεις για να διατηρηθεί η αύξηση των δημοσίων εσόδων και να κατανεμηθούν δικαιότερα τα φορολογικά βάρη.
Κάνει λόγο μεταξύ άλλων για μεταβολή στο μείγμα της ασκούμενης φορολογικής πολιτικής, «ειδικά της σχέσης έμμεσων-άμεσων φόρων, καθώς και του όγκου και της κατανομής των άμεσων φόρων, ώστε να βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο των ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων και των μισθωτών, να αμβλυνθεί η εισοδηματική ανισότητα, να εμπεδωθεί ένα αίσθημα φορολογικής δικαιοσύνης και, εντέλει, να διασφαλιστεί η δημοσιονομική φερεγγυότητα της οικονομίας σε μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα».