10.7 C
Aigio
Σάββατο, 23 Νοεμβρίου, 2024
spot_img

Χανιά: Πώς δρούσε κύκλωμα γιατρών με παράνομες υιοθεσίες βρεφών και εμπορία ανθρώπων

Δυο γιατροί, ένας γυναικολόγος και ένας εμβρυολόγος, συνελήφθησαν ως ηγετικά στελέχη εγκληματικής οργάνωσης που εμπλέκεται σε υποθέσεις εμπορίας ανθρώπων και παράνομες υιοθεσίες βρεφών.

Μάλιστα, ο ένας εκ των γιατρών, φέρεται να είχε στρατολογήσει γυναίκες οι οποίες σε ρόλο «μεσιτριών» εντόπιζαν δύστυχες αλλοδαπές γυναίκες από τη Βουλγαρία και τη Γεωργία που είχαν οικονομικά προβλήματα με σκοπό να πουλήσουν τα ωάριά τους ή να χρησιμοποιηθούν ως παρένθετες μητέρες έναντι αμοιβής.

Το Τμήμα Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος της Κρήτης, είχε βάλει από τον περασμένο Δεκέμβριο στο μικροσκόπιο την συγκεκριμένη ομάδα με έδρα το νησί, η οποία όπως αναφέρεται στη δικογραφία δρούσε «τουλάχιστον την τελευταία 10ετία σε Κρήτη, Θεσσαλονίκη και διάφορους νομούς ανά την Ελλάδα όπως Αττική, Αγρίνιο, Τρίκαλα, Κατερίνη» ενώ από την επιχείρηση που πραγματοποίησαν σχημάτισαν δικογραφία σε βάρος 8 μελών της οργάνωσης.

Ειδικότερα πρόκειται για έναν 73χρονο ιατρό γυναικολόγο – μαιευτήρα και Κλινικό διευθυντή / νόμιμο εκπρόσωπο του (σ.σ. αναφέρεται το κέντρο) στα Χανιά, έναν 44χρονο Κλινικό Εμβρυολόγο Επιστημονικό Διευθυντή του κέντρου, μια 44χρονη γραμματέα και υπεύθυνη προγραμμάτων Παρένθετης Μητρότητας του κέντρου, μια 37χρονη Ρουμάνα υπάλληλο γραφείου του κέντρου, μια 41χρονη Ελληνίδα βιολόγο – βοηθό εμβρυολόγουμια 28χρονη μαίαμια 41χρονη υπάλληλο γραφείου σε Θεραπευτικό Κέντρο και μια 38χρονη Γεωργιανή. Επίσης δεν συνελήφθη και αναζητείται στα όρια του Αυτοφώρου, μια 37χρονη, που εκτελούσε χρέη γραμματέως του κέντρου.

Από τον Δεκέμβριο στο μικροσκόπιο

Σύμφωνα με τη δικογραφία που παρουσιάζει το newsit.gr, η αντίστροφη μέτρηση για τη δράση του κυκλώματος ξεκίνησε τον περασμένο Δεκέμβριο. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται: «Από τον Δεκέμβριο του 2022 περιήλθαν στην Υπηρεσία μας πληροφορίες υψηλούς αξιοπιστίας, σύμφωνα με τις οποίες στην Κρήτη δρα εγκληματική οργάνωση με πεδίο δράσης την κατ’ επάγγελμα εμπορία ανθρώπων και τις παράνομες υιοθεσίες βρεφών.

Στην εγκληματική οργάνωση φέρονταν να έχει ενταχθεί ως ηγετικό μέλος ιατρός γυναικολόγος, ο οποίος κατεύθυνε γυναίκες (μεσίτριες) να εντοπίζουν αλλοδαπές γυναίκες από τη Βουλγαρία και τη Γεωργία που βρίσκονται σε δυσχερή θέση, με σκοπό να πουλήσουν τα ωάριά τους ή χρησιμοποιηθούν ως παρένθετες μητέρες έναντι αμοιβής.

Προς τούτου, τα μέλη του κυκλώματος φέρονταν να έχουν εξασφαλίσει οικήματα σε διάφορες σημεία του νομού Χανίων, όπου υπέθαλπαν τις γυναίκες που κυοφορούσαν, ώστε να βρίσκονται σε ελεγχόμενο – αποκλεισμένο περιβάλλον, μέχρις ότου να ολοκληρωθεί η διαδικασία, χωρίς να γίνει αντιληπτή η δράση του κυκλώματος.

Από Υπηρεσία μας αξιοποιήθηκε κατάλληλα υφιστάμενο πληροφοριακό δίκτυο και ενεργήθηκε πολύμηνη, εμπεριστατωμένη και μεθοδική έρευνα και προανάκριση, στο πλαίσιο της οποίας εξακριβώθηκε η δράση εγκληματικής οργάνωσης, αποτελούμενη τουλάχιστον από 8 άτομα, η οποία συγκροτήθηκε τουλάχιστον προ δεκαετίας, αναπτύσσοντας δράση στα κάτωθι κύρια πεδία, προσβλέποντας αποκλειστικά στην αποκόμιση αθέμιτου οικονομικού οφέλους, χωρίς στο ελάχιστο οι πράξεις τους να διακατέχονται από συναίσθηση ανθρωπισμού και χωρίς να ενεργούν υποκινούμενοι από άλλα ηθικά κίνητρα:

  • Εμπορία Ανθρώπων – Δια της αφαίρεσης κυττάρων και ιστών (ωαρίων) και εμπορίας αυτών, καθώς και της εργασιακής εκμετάλλευσης γυναικών ως παρένθετες μητέρες.
  • Κατ’ επάγγελμα μεσιτείες ως προς την εξεύρεση δοτριών ωαρίων και παρένθετων μητέρων, καθώς και μεταφορά αυτών στην Ελλάδα αλλοδαπών γυναικών με σκοπό την προσφορά ωαρίων.
  • Διαδικασία απόκτησης τέκνου με το προκάλυμμα της παρένθετης μητρότητας.
  • Παραβάσεις σχετικά με την Υιοθεσία Ανηλίκου και κατ’ επάγγελμα μεσολάβηση σε Υιοθεσίες
  • Εξαπάτηση γυναικών ασθενών και σωματική βλάβη αυτών μέσω εικονικών ιατρικών πράξεων.

Ειδικότερα, ανωτέρω δράστες συγκρότησαν ή εντάχθηκαν ως μέλη σε επιχειρησιακά δομημένη οργάνωση με διακριτούς ρόλους, πληρώντας τα βασικά χαρακτηριστικά της εγκληματικής οργάνωσης, κατά το άρθρο 187§1 Π.Κ. Η εγκληματική οργάνωση υποστηρίχθηκε με υποδομή που αφορούσε χρησιμοποίηση μεσολαβητών για την εξεύρεση δοτριών και παρένθετων μητέρων, λήψη προφυλάξεων για την μη ανακάλυψή τους και την κάλυψη των παρανομών ενεργειών τους με νομιμοφανείς τρόπους.

Τα αρχηγικά μέλη ο 73χρονος ιατρός γυναικολόγος – μαιευτήρας και Κλινικός διευθυντής / νόμιμος εκπρόσωπος του (σ.σ αναφέρεται το κέντρο στα Χανιά κλινική), ο 44χρονος Κλινικός Εμβρυολόγος Επιστημονικός Διευθυντής του κέντρου κατεύθυναν τα βασικά επιχειρησιακά μέλη (σ.σ. :αναφέρεται στις 3 γυναίκες) ώστε να δραστηριοποιούνται ταυτόχρονα σε επιμέρους αδικήματα, αξιοποιώντας παράλληλα πολυεπίπεδα τις επαφές τους.

Η στρατολόγηση των γυναικών από τα επιχειρησιακά μέλη, που ήταν το πρώτο βήμα, ώστε σταδιακά να προκύψει το οικονομικό όφελος για τα μέλη της οργάνωσης, αφορούσε είτε το εμπόριο ωαρίων είτε την έκνομη παρένθετη μητρότητα, αρκετές φορές δε η ίδια στρατολογηθείσα γυναίκα χρησιμοποιήθηκε από την οργάνωση, αρχικά στο εμπόριο ωαρίων και στη συνέχεια ως παρένθετη μητέρα».

Σε ό,τι αφορά στον τρόπο δράσης, στη δικογραφία αναφέρεται πως «η δράση της οργάνωσης, όπως αυτή χαρτογραφήθηκε, μέσα από τα στοιχεία της προανάκρισης, ξεκινούσε με την εκδήλωση ενδιαφέροντος για απόκτηση τέκνου είτε αυτό αφορούσε ζευγάρι που δε μπορούσε να τεκνοποιήσει διαφορετικά, είτε σε μοναχικό άντρα, είτε σε ομόφυλα ζευγάρια.

Ενδεικτικό της έκτασης της παράνομης δράσης της κλινικής, είναι ότι προσέρχονταν για απόκτηση τέκνου ζευγάρια από όλο τον κόσμο ή μοναχικοί άνδρες που δεν πληρούσαν τις νόμιμες προϋποθέσεις απόκτησης αυτού γνωρίζοντας ότι απευθυνόμενοι στην κλινική αυτή θα υπερκεραστούν τυχόν νομικοί, ηθικοί ή άλλοι σκόπελοι.

Προς τούτο, τα μέλη της εγκληματικής ομάδας ανέπτυξαν και εγκαθίδρυσαν δίκτυο μεσιτριών στην Κρήτη, στη Θεσσαλονίκη και στο εξωτερικό (Ρουμανία), αποτελούμενο τουλάχιστον από δυο γυναίκες μια κάτοικο Χανίων και μια
κάτοικο Θεσσαλονίκης, οι οποίες εξεύρισκαν αλλοδαπές γυναίκες που βρίσκονταν σε ευάλωτη θέση (οικονομική και κοινωνική), και μη έχοντας άλλα βιοποριστικά μέσα, αποσπούσαν τη συναίνεση τους, παρασύροντάς τες με υπόσχεση αποζημίωσης, μικρότερης της οριζόμενης από τον νόμο και εν συνεχεία οργάνωναν – χρηματοδοτούσαν τη μεταφορά τους από την Ουκρανία, Ρουμανία, Μολδαβία, Γεωργία και Αλβανία στα Χανιά, προκειμένου αυτές:

  1. Να υποβληθούν σε ειδική θεραπεία και να χρησιμοποιηθούν ως δότριες ωαρίων. Η αφαίρεση των κυτταρικών ιστών (ωαρίων) πραγματοποιούνταν στην κλινική ενώ τα εν λόγω εμπορευόμενα ωάρια χρησιμοποιήθηκαν σε μεθόδους εξωσωματικής γονιμοποίησης, αλλά και σε προγράμματα «παρένθετης μητρότητας» σε περιπτώσεις συζύγων, που ο νόμος δεν τους επιτρέπει την απόκτηση τέκνου. Σημειώνεται ότι η βούληση και ο σκοπός των γυναικών «δοτριών» δεν ήταν αλτρουιστικός – στο πλαίσιο της δωρεάς, αλλά ξεκάθαρα εμπορικός, καθιστώντας τη διαδικασία αντιδεοντολογική και εμπορική συναλλαγή (πώληση).
  2. Να χρησιμοποιηθούν ως παρένθετες μητέρες, εγκαταλείποντας τον τόπο διαμονής τους και εντασσόμενες σε ένα ελεγχόμενο περιβάλλον διαβίωσης με μοναδικό σκοπό την εκμετάλλευση του σώματός τους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι γυναίκες κυοφόροι υποβάλλονταν σε εργασιακή εκμετάλλευση, ήτοι παροχή υπηρεσιών κυοφορίας, αφού η συμφωνία μεταξύ των μελών της εγκληματικής ομάδας και των κυοφόρων/θυμάτων εμπορίας ήταν ότι αυτή θα κυοφορήσει ως παρένθετη μητέρα, έναντι αμοιβής (υπόσχεση κέρδους).

Το θύμα – υποψήφια παρένθετη μητέρα αντιλαμβάνονταν την πράξη αυτή ως παροχή εργασίας, καθώς προκειμένου να προβεί σε αυτή την ενέργεια, εγκατέλειπε τον τόπο διαμονής της και εντάσσονταν σε ένα ελεγχόμενο περιβάλλον διαβίωσης με μοναδικό σκοπό την εκμετάλλευση του σώματός της, μέσω του οποίου θα ολοκληρώνονταν μία κύηση κατ’ απόκλιση της νομοθεσίας περί παρένθετης μητρότητας (υπέρβαση ορίων ηλικίας, πλαστές δικαστικές αποφάσεις, ανακριβή, ελλιπή ή ανύπαρκτα στοιχεία ιατρικού ιστορικού της παρένθετης μητέρας κ.λ.π.) με απόκρυψη των αληθινών σκοπών των μελών της εγκληματικής ομάδας, από την παρένθετη ώστε αυτή να δεχτεί τη συμφωνία αυτή.

Τις εν λόγω γυναίκες σε κάποιες περιπτώσεις, προ της χρήσης τους ως παρένθετες μητέρες, τις εκμεταλλεύονταν περαιτέρω, λαμβάνοντας και από αυτές ωάρια, ενώ εντοπίσθηκαν περιπτώσεις, όπου αυτές δεν έλαβαν για τη δωρεά ωαρίων καμία επιπλέον αποζημίωση, κατά παράβαση σχετικής νομοθεσίας.

Η δράση των μελών της οργάνωσης δεν ήταν απλά ευκαιριακή, αλλά παρουσίαζε τέτοια συχνότητα και επαναληψιμότητα, που μόνο ως ειδεχθής πράξη βιομηχανοποίησης γεννήσεων θα μπορούσε να περιγραφεί στο πλαίσιο εκμετάλλευσης του θεσμού της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, αφού οδήγησε στην εγκαθίδρυση ενός κυκλώματος που προσέφερε παιδιά κατά παραγγελία, βασιζόμενο στην ευάλωτη θέση των βιολογικών δοτριών ωαρίων και κυοφόρων και στη φυσική και κατανοητή ανάγκη των υποψήφιων γονέων να αποκτήσουν τέκνα» αυτό ήταν το πρώτο στάδιο.

Στο δεύτερο του modus operandi, οι αστυνομικοί, επισημαίνουν πως «τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, ανά περίπτωση και αναλόγως των προϋποθέσεων του νόμου που εξέλειπαν ανά ζευγάρι για την απόκτηση τέκνου προέβαιναν σε τέλεση πλήθους επιπλέον επιμέρους εγκληματικών πράξεων με σκοπό τον πορισμό υπέρογκου παράνομου οικονομικού οφέλους, με την παράδοση παιδιού στην ενδιαφερόμενη πλευρά (οικογένειες ή μοναχικούς άνδρες ή ομόφυλα ζευγάρια). Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι η αμοιβή που ελάμβαναν προς τούτο έφθανε μέχρι τις 120.000 ευρώ ανά περιστατικό.

Δεδομένου η διαδικασία χρήσης παρένθετης μητέρας, προϋποθέτει έκδοση δικαστικής απόφασης, στην οποία περιγράφονται εκτενώς οι όροι που πρέπει να πληρούνται προκειμένου να επιτραπεί η χρήση της κυοφόρου, τα μέλη της εγκληματικής ομάδας προέβαιναν κατά περίπτωση στη συγκέντρωση και κατάρτιση εικονικών – πλαστών δικαιολογητικών, επιτυγχάνοντας την έκδοση εγκριτικής δικαστικής απόφασης, την οποία χρησιμοποιούσαν ως νομικό προκάλυμμα στα περιστατικά γονέων που δεν πληρούσαν προϋποθέσεις κατάθεσης αίτησης.

Στο πλαίσιο αυτό επέλεγαν διάφορους νομούς κατάθεσης δικαιολογητικών ανά την Επικράτεια, με μεγαλύτερη συχνότητα τον νομό Λασιθίου, όπου επιτυγχάνονταν και η ταχύτερη έκδοση απόφασης, εμφανίζοντας ψευδώς τους παραγγέλοντες γονείς ως κατοίκους του νομού».

Μάλιστα, τα μέλη του εγκληματικού δικτύου, όπως αναφέρεται «έχοντας αναπτύξει δίκτυο επαφών – συνεργατών (κλινικές, ιατρικά εργαστήρια, εξωτερικούς ιατρούς), μεριμνούσαν για την συγκάλυψη της δράσης της οργάνωσης προβαίνοντας στις κάτωθι ενέργειες:

  1. παραποίηση – ψευδή καταχώρηση των ωοληψιών στο Τηρούμενο Αρχείο Δοτών – δοτριών.
  2. παραποίηση στοιχείων ιατρικών φακέλων, εργαστηριακών εξετάσεων, κατάρτιση ψευδών ιατρικών βεβαιώσεων, καταχώρηση εικονικών νοσηλειών, κ.α.
  3. κατάρτισης εικονικών μισθωτηρίων που εμφάνιζαν τους παραγγέλοντες γονείς ή τις κυοφόρους ως κατοίκους της ελληνικής επικράτειας.
  4. εξεύρεση γυναικών για σύναψη εικονικών συμφώνων για τους μοναχικούς άνδρες ή ομόφυλα ζευγάρια, που δε δικαιούνται την απόκτηση τέκνου.

Τέλος, διαπιστώθηκε ότι σε περιστατικά ενδιαφερόμενων γονέων προερχόμενων από χώρες όπου απαγορεύονταν η διαδικασία απόκτησης τέκνου μέσω παρένθετης μητέρας, τα μέλη της εγκληματικής ομάδας αναλάμβαναν τα περιστατικά, οργάνωναν και ενεργούσαν όλες τις απαραίτητες πράξεις (ιατρικές – νομικές) για απόκτηση τέκνου με χρήση παρένθετης μητέρας, με αποκλειστικό σκοπό την αποκόμιση παράνομου περιουσιακού οφέλους.

Άμα της γέννησης των εν λόγω παιδιών, τα μέλη της οργάνωσης προσπερνούσαν το νομικό «σκόπελο» της απαγόρευσης στην εκάστοτε χώρα, παρουσιάζοντας ψευδή γεγονότα ως αληθινά, ήτοι διευθετούσαν – δήλωναν τις εν λόγω γεννήσεις (από παρένθετη μητρότητα) με την μέθοδο της «υιοθεσίας», με διαδικασία που δεν κατέστη δυνατόν να εξακριβωθεί».

Οι ρόλοι

Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ, στην «ιατρική εγκληματική οργάνωση» υπήρχε δομή και ιεραρχία. Οι ρόλοι ήταν συγκεκριμένοι. Εγκέφαλος φέρεται ο 73χρονος γιατρός. Όπως επισημαίνεται, «Αρχηγικός ρόλος αποδίδεται στον 73χρονο ο οποίος ως ιατρός μαιευτήρας γυναικολόγος, ιδρυτής – νόμιμος εκπρόσωπος και διαχειριστής της κλινικής συγκρότησε και διηύθυνε την εγκληματική οργάνωση.

Αμέσως μετά από αυτόν, υψηλά στην κλίμακα της ιεραρχίας τοποθετείται ο εμβρυολόγος ο οποίος ελάμβανε οδηγίες μόνο από τον αρχηγό, επόπτευε, κατηύθυνε και συντόνιζε τα καθήκοντα και τις δράσεις των λοιπών μελών της οργάνωσης και ενεργούσε ιατρικές πράξεις (ωοληψίες, εμβρυομεταφορές, κλπ) στις γυναίκες / θύματα εμπορίας ανθρώπων. Παράλληλα, προέβαινε σε παραποιημένες/ψευδείς καταχωρήσεις των ωοληψιών που πραγματοποιούσε στο τηρούμενο σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία Μητρώο Δοτριών.

Ο αρχηγός κατεύθυνε τις «μεσίτριες» να εντοπίζουν γυναίκες που βρίσκονταν σε δυσχερείς συνθήκες διαβίωσης και να στρατολογούν αυτές προκειμένου να χρησιμοποιηθούν και να τεθούν υπό εργασιακή εκμετάλλευση.

Είχε την εποπτεία της νομικής διεκπεραίωσης των προγραμμάτων παρένθετης μητρότητας, καθοδηγούσε τα μέλη εγκληματικής ομάδας προκειμένου να εναρμονίσουν την ακολουθούμενη από αυτούς έκνομη διαδικασία, με τα στοιχεία που θα περιλαμβάνονταν στην εκάστοτε απόφαση (εξασφάλιση κατάρτιση πλαστών δικαιολογητικών), κάποια εκ των οποίων συνέτασσε ο ίδιος πλαστές ή εικονικές ιατρικές βεβαιώσεις (περί μη δυνατότητας κυοφορίας ή παραγωγής ωαρίων, περί καταλληλόλητας γυναικών προς χρήση τους ως κυοφόρους, κ.α.).

Χρηματοδοτούσε από εισρέοντα χρήματα στα ταμεία της οργάνωσης την εξεύρεση οικιών για προσωρινή στέγαση και διαμονή των κυοφόρων στην πόλη των Χανίων, όπου αυτές διαβίωναν από κοινού με άλλες, το διάστημα της εγκυμοσύνης τους.

Οι αλλες δυο γυναίκες αποτελούν επιχειρησιακά μέλη της οργάνωσης, επιφορτισμένες με την επίβλεψη των παρένθετων μητέρων, την μεταφορά, τη φροντίδα, τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής, την τακτοποίηση της διαμονής τους και την καταβολή των (νομιμοφανών) αμοιβών τους ενω μια τρίτη, ως υπεύθυνη προγραμμάτων παρένθετης μητρότητας είχε επιφορτιστεί επιπλέον με τις διαδικασίες νομικής διεκπεραίωσης των προγραμμάτων (σύναψη εικονικών συμθωτηρίων, πλαστογράφηση δικαστικών υποθέσεων κλπ).

Η αμοιβή αμφότερων για κάθε παρένθετη μητέρα που κατάφερναν να εισάγουν στη διαδικασία ανέρχονταν από το ποσό των 5.000 ευρώ και η μηναία αμοιβή για την εποπτεία τους από την ημέρα διεξαγωγής του δικαστηρίου έως και τον τοκετό, ανέρχονταν στο ποσό από 300-600 ευρώ.

Οι γυναίκες της οργάνωσης

Η Ρουμάνα συλληφθείς, είχε επεκτείνει το δίκτυο μεσιτριών με συνδέσμους – μεσίτριες ομοεθνείς της, που βρίσκονταν στη Ρουμανία (τα πλήρη στοιχεία των οποίων δεν κατέστη δυνατόν να εξακριβωθούν). Η αμοιβή της για κάθε δότρια που εξασφάλιζε για την οργάνωση ανέρχονταν στο ποσό των 300 – 500 ευρώ. Σημειώνεται ότι οι ανωτέρω καταβολές δε σχετίζονται με τις μηνιαίες απολαβές που ελάμβαναν ως εργαζόμενες στο κέντρο.

Η Ελληνίδα βιολόγος – βοηθός εμβρυολόγου προέβαινε και συμμετείχε από κοινού με τον εμβρυολόγο, σε ωοληψίες γενετικού υλικού που εξασφαλίζονταν στο πλαίσιο εμπορίας ανθρώπων – δοτριών ωαρίων, καθώς και εμβρυομεταφορές στα σώματα γυναικών (παρένθετων μητέρων). Ως υπεύθυνη προγραμμάτων παρένθετης μητρότητας για τα περιστατικά υπηκόων Ιταλίας, μεριμνούσε τόσο για την εξεύρεση ενδιαφερόμενων άτεκνων, μεταξύ άλλων και ομόφυλων ζευγαριών από την Ιταλία, όσο και για την εποπτεία διεκπεραίωσης της διαδικασίας για τη συγκέντρωση δικαιολογητικών του φακέλου. Παρείχε την πατρική της οικία για διαμονή παρένθετων μητέρων και δοτριών. Δεδομένου ότι αναλάμβανε η ίδια και την οικονομική συμφωνία με τους ενδιαφερόμενους γονείς, δε διακριβώθηκε το όφελος που αποκόμιζε από την έκνομη δράση της.

Η μαία προέβαινε σε επιμέρους ιατρικές πράξεις κατά τη διαδικασία φαρμακευτικής προετοιμασίας της δότριας γενετικού υλικού που εξασφαλίζονταν στο πλαίσιο εμπορίας ανθρώπων, επιτηρούσε – διαχειρίζονταν τις αλλοδαπές παρένθετες μητέρες και δότριες ωαρίων, ενώ αναλάμβανε και τη μεταφορά τους από και προς το κέντρο τη διαχείριση των ταξιδιωτικά τους εγγράφων και ενίοτε την καταβολή των νομιμοφανών αμοιβών τους.

Η 7η συλληφθείσα, τυγχάνει μεσίτρια που δραστηριοποιείται στην πόλη της Θεσσαλονίκης, εξασφαλίζοντας για την οργάνωση αλλοδαπές και ημεδαπές γυναίκες (ρομά), ευρισκόμενες σε ευάλωτη θέση, οργανώνοντας τη μεταφορά τους από τη βόρειο Ελλάδα στα Χανιά. Αναλάμβανε τη συγκέντρωση δικαιολογητικών του φακέλου, που παραδίδονταν στον εκάστοτε δικηγόρο, προς έκδοση των σχετικών δικαστικών αποφάσεων. Η αμοιβή της για κάθε παρένθετη μητέρα που κατάφερνε να εισάγει στη διαδικασία ανέρχονταν από το ποσό των 3.000 – 4.000 ευρώ.

Η υπάλληλος γραφείου θεραπευτικού κέντρου, προέβαινε κατ’ επανάληψη σε πλαστογραφήσεις στα αρχεία της εν λόγω κλινικής (παραποίηση στοιχείων ταυτότητας νοσηλευομένων γυναικών, εικονικές νοσηλείες, αλλαγή στοιχείων νοσηλευόμενης κυοφόρου, κλπ.) με σκοπό να συγκαλύψει την παράνομη δράση της οργάνωσης, Μεριμνούσε για την εξεύρεση εικονικών συζύγων (επί πληρωμή) προς σύναψη εικονικών σύμφωνων συμβίωσης, απαραίτητη ενέργεια προκειμένου εξασφαλισθούν νομιμοφανώς οι προϋποθέσεις έκδοσης δικαστικής απόφασης.

Τέλος, η εμπλεκόμενη στην υπόθεση που αναζητείται στο πλαίσιο του Αυτοφώρου μεριμνούσε για την εξεύρεση / στρατολόγηση γυναικών, που εκμεταλλευόμενη την ευάλωτη θέση τους και με την υπόσχεση αμοιβής αποσπούσε την συναίνεση τους, προκειμένου αυτές πουλήσουν τα ωάρια τους, αναλαμβάνοντας παράλληλα και την φαρμακευτική τους προετοιμασία είχε επιφορτιστεί και με το ρόλο της εξασφάλισης ενδιαφερόμενων ζευγαριών (μη σύννομων περιστατικών) και σύναψη οικονομικής συμφωνίας με αυτά, για απόκτηση παιδιού μέσω του προκαλύμματος ενός προγράμματος παρένθετης μητρότητας, λαμβάνοντας προς τούτο επιπρόσθετη χρηματική αμοιβή, ως ίδιον οικονομικό όφελος, για τη μεσιτεία της.

Το κόστος

Όπως αναφέρεται στη δικογραφία για το οικονομικό όφελος της οργάνωσης: «Το κόστος για τους παραγγέλοντες γονείς ανά πρόγραμμα παρένθετης μητρότητας που υλοποιούνταν στο κέντρο ανερχόταν στις περισσότερες περιπτώσεις από 70.000 – 100.000 ευρώ (χωρίς να περιλαμβάνονται οι μηνιαίες καταβολές αποζημίωσης παρένθετης εκ μέρους του ενδιαφερόμενου γονέα), εκ των οποίων το 70% αφορά σε καθαρό κέρδος – τζίρο ενώ σε ιδιάζουσες περιπτώσεις μη σύννομων περιστατικών καταγράφηκε και κόστος που έφτανε στις 120.000 ευρώ.

Οι παρένθετες μητέρες τύγχαναν υπό τον πλήρη έλεγχο των μελών της οργάνωσης και ως προς τις αμοιβές τους, καθώς αφενός ελάμβαναν μικρότερα ποσά από αυτά που οι ενδιαφερόμενοι γονείς κατέβαλλαν προς τούτο και αφετέρου διότι οι γονείς εξέδιδαν προπληρωμένες κάρτες – prepaid cards, τις οποίες διαχειρίζονταν τα βασικά επιχειρησιακά μέλη της οργάνωσης και όχι η εκάστοτε κυοφόρος.

Οι καταβολές των χρημάτων στις μεσίτριες και στις αλλοδαπές γυναίκες, πραγματοποιούνταν με χρηματικά εμβάσματα μέσω του χρηματοπιστωτκού ιδρύματος Western Union.

Το διάστημα που διήρκησε η έρευνα – προανάκριση, ήτοι από τον Δεκέμβριο 2022 έως σήμερα καταγράφηκαν:

  • εβδομήντα μία (71) διαφορετικές γυναίκες, από τα σώματα των οποίων αφαιρέθηκαν κυτταρικοί ιστοί (ωάρια), ως επί το πλείστον αλλοδαπές και κάποιες από αυτές να εκμεταλλεύονται κατ’ επανάληψη ως προς την αφαίρεση των ωαρίων τους από τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης.
  • ενενήντα οκτώ (98) γυναίκες – θύματα εμπορίας ανθρώπων, οι οποίες τέθηκαν υπό εργασιακή εκμετάλλευση από τα μέλη της οργάνωσης ως παρένθετες μητέρες, οι οποίες παρέμειναν εποπτευόμενες και αποκλεισμένες από το οικογενειακό τους περιβάλλον έως την επίτευξη του τοκετού. Σημειώνεται ότι καμία παρένθετη μητέρα δεν προσέτρεξε οικιοθελώς στο κεντρο και καμία δεν είχε προσωπική σχέση με το ζευγάρι για το οποίο κυοφορούσε.
  • δέκα τρεις (13) περιπτώσεις μη σύννομων περιστατικών για διαδικασία απόκτησης τέκνου μέσω προγράμματος παρένθετης μητρότητας.
  • δεκατέσσερα (14) σπίτια που είχαν εξασφαλίσει τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης για την προσωρινή διαμονή παρένθετων μητέρων – θυμάτων εμπορίας ανθρώπων στα Χανιά».

«Μεσιτείες σε παράνομες υιοθεσίες»

Στη δικογραφία υπάρχει παράγραφος με τίτλο «Μεσιτείες σε παράνομες υιοθεσίες». Όπως αναφέρεται, ο 73χρονος γιατρός «ένεκα των σχέσεων που αποκτήσει εκ της ιδιότητάς του με άτεκνα ζευγάρια τα οποία προσέτρεχαν στο κέντρο για απόκτηση τέκνου και της διασύνδεσης που είχε αναπτύξει η αλλοδαπή εμπλεκόμενη στο εξωτερικό, αμφότεροι ενήργησαν ως μεσολαβητές σε παράνομη υιοθεσία βρεφών έναντι χρηματικού ανταλλάγματος.

Συγκεκριμένα η αλλοδαπή, προέβαινε κατ’ επάγγελμα σε μεσιτείες για την εξεύρεση εγκύων γυναικών, ευρισκόμενων σε δεινή οικονομική κατάσταση και ευάλωτη θέση, οι οποίες θα έδιναν άμα της γέννησης, τα βρέφη τους για υιοθεσία, για βιοποριστικούς λόγους, ομοίως έναντι αμοιβής.

Οι εν λόγω υιοθεσίες αφορούσαν σε ενδιαφερόμενα ζευγάρια, που τουλάχιστον κατά τον χρόνο τέλεσης της παράνομης υιοθεσίας, δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις που ορίζει το υπάρχον νομικό πλαίσιο, ενώ άμα της παραλαβής και της φιλοξενίας του παιδιού στην οικία τους (παρατύπως), οι θετοί γονείς ξεκινούσαν τις νόμιμες διαδικασίες. Πρόκειται για τέσσερις (4) περιπτώσεις μεσιτείας σε παράνομες υιοθεσίες, εκ των οποίων δύο (2) τελεσμένες, μία (1) απόπειρα και μία (1) που μέχρι το παρόν στάδιο δεν έχει τελεσφορήσει».

Απάτη

Τα μέλη της εγκληματικής ομάδας με ιατρική ιδιότητα, εξαπάτησαν γυναίκες που απευθύνθηκαν στην κλινική για επίτευξη εξωσωματικής γονιμοποίησης. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται «σε προγραμματισμένα ραντεβού για ωοληψία, δυο από τα μέλη της εγκληματικής ομάδας άγνωστο ιατρικό προσωπικό ενεργώντας από κοινού και με πρόθεση εξαπάτησαν και προκάλεσαν σωματική βλάβη σε γυναίκες ασθενείς, υποβάλλοντας αυτές σε διαδικασία νάρκωσης/μέθης, χωρίς ωστόσο να ακολουθήσει ωοληψία, διαδικασία που δεν υλοποιήθηκε εν αγνοία της εκάστοτε ασθενούς είτε για λόγους ανυπαρξίας ωαρίου, είτε λόγω ακαταλληλότητας αυτού, δεδομένα που τελούσαν ήδη σε γνώση των ιατρών προ της έναρξης της διαδικασίας.

Ομοίως, προαναφερθέντες με πρόθεση εξαπάτησαν γυναίκες – ασθενείς του κέντρου ισχυριζόμενοι ψευδώς ότι υπέβαλλαν αυτές σε εμβρυομεταφορά (εικονική), πράξη που ουδέποτε συντελέστηκε».

Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, οι αστυνομικοί διαπίστωσαν «έντεκα (11) περιπτώσεις εξαπάτησης εξαπάτησης/πρόκλησης σωματικής βλάβης σε ασθενείς».

Οι συλλήψεις

Οι αστυνομικοί, το πρωί της 08-08-2023 όπως αναφέρεται στη δικογραφία πραγματοποίησαν «συντονισμένη – κοινή επιχείρηση αποτελούμενη από μεικτά κλιμάκια Αστυνομικών Υπηρεσίας μας, στελεχών της Επιχειρησιακής Διεύθυνσης ΣΔΟΕ Αττικής/Τμήμα Η’ Ελέγχων και στελεχών της Εθνικής Αρχής Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (Ε.Α.Ι.Υ.Α.) στο κέντρο στην Κρήτη καθώς και στις οικίες και τους μελών της εγκληματικής οργάνωσης, με την επιχειρησιακή συνδρομή αστυνομικών της Υ.Α. Χανίων, Α. Τ. Κισσάμου.

Παράλληλα, παραγγέλθηκε η διενέργεια νομότυπης κατ’ οίκον έρευνας στην καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδια υπηρεσία στο Τμήμα Καταπολέμησης Εμπορίας Ανθρώπων.

Στον σχεδιασμό αυτό συνέδραμαν επιχειρησιακά την υπηρεσία μας η Υποδιεύθυνση Δίωξης Ναρκωτικών Αττικής. Ψηφιακά πειστήρια, κατά τις ανωτέρω έρευνες βρέθηκαν και κατασχέθηκαν. Οι συλληφθέντες, θα οδηγηθούν στον Εισαγγελία Πλημ/κων Χανίων μετά τη σχηματισθείσα σε βάρος τους δικογραφία».

Αξίζει να σημειωθεί ότι τα θύματα εμπορίας ανθρώπων (παρένθετες μητέρες/δότριες) ανθρώπων εξετάσθηκαν παρουσία ψυχολόγου ΕΛ.ΑΣ ενώ ενημερώθηκε ο διεθνής μη κερδοσκοπικός και μη κυβερνητικός οργανισμός Α21, αρμόδιος φορέας για την φροντίδα και ενίσχυση των θυμάτων εμπορίας.

πηγή

Σχετικά άρθρα

- Advertisement -spot_img
- Advertisement -spot_img
- Advertisement -spot_img
- Advertisement -spot_img

Δείτε ακόμα