Πέθανε σε ηλικία 90 ετών η αγαπημένη ηθοποιός, Μαίρη Χρονοπούλου.
Τις τελευταίες ημέρες νοσηλευόταν διασωληνωμένη στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, με πολύ σοβαρό αιμάτωμα στον εγκέφαλο, έπειτα από ατύχημα που είχε στο σπίτι της.
Πώς έγινε το ατύχημα
«Όταν ήρθα, τη βρήκα στο σαλόνι, πεσμένη στο πάτωμα και είχε πολύ λίγο αίμα στη μύτη. Ήταν αναίσθητη. Πήρα τον κ. Θωμά και μέσα σε λίγα λεπτά ήρθε. Εγώ δεν ήξερα τι να κάνω και τη σκέπασα με ένα πάπλωμα. Δεν ήξερα τι να κάνω. Είμαι χαμένη. Αυτό που έπαθα όταν τη βρήκα. Είμαι σε σοκ. Τώρα είμαι σπίτι. Ήρθαμε από το νοσοκομείο επτά η ώρα. Τον τελευταίο καιρό είχε κάποια προβλήματα υγείας και είχε κάνει και κάποιες επεμβάσεις. Είναι πολύ δυνατή γυναίκα. Πιστεύω ότι θα τα καταφέρει. Κάνω συνέχεια προσευχή» είχε δηλώσει η οικιακή της βοηθός, Νίνο.
Η λαμπερή της πορεία στον κινηματογράφο
Η Mαίρη Χρονοπούλου ήταν μία από τις πιο γνωστές ηθοποιούς που έχει περάσει από τον ελληνικό κινηματογράφο, μία ιστορική γυναικεία μορφή του θεάτρου και του κινηματογράφου.
Εντυπωσιακή γυναίκα και ταλαντούχα ηθοποιός, έγινε σταρ στην καλή εποχή του κινηματογράφου τη δεκαετία του ’60. Η θηλυκότητά της, η φινέτσα της, τα πλούσια υποκριτικά της προσόντα και το ταμπεραμέντο της σφραγίζουν κάθε ρόλο που υποδύθηκε στο θέατρο και τον κινηματογράφο.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από τη σχολή του Εθνικού Θεάτρου, στο οποίο εμφανίστηκε στις ομάδες του χορού, σε αρχαία δράματα. Το 1957 άρχισε να συνεργάζεται με το ελεύθερο θέατρο, κάνοντας εμφανίσεις στο Ακροπόλ στα έργα των Σακελλάριου-Γιανακόπουλου «Η Κυρία» και «Ρομάντζο μιας Καμαριέρας». Στον κινηματογράφο πρωτοεμφανίστηκε σαν κομπάρσος στο «Χαρούμενο Ξεκίνημα» του Δημόπουλου, παραγωγής Φίνος Φιλμ το 1954, όταν ήταν ακόμη φοιτήτρια.
Το 1958 πήρε ένα μικρό ρόλο στο «Τελευταίο Ψέμα» του Κακογιάννη, πάλι στη Φίνος Φιλμ. Από το 1963 και μετά πρωταγωνιστεί σε πλειάδα δραματικών ταινιών της Φίνος Φιλμ, και όχι μόνο, σε ρόλους ντάμας και μοιραίας γυναίκας, δίπλα σε όλους τους άντρες πρωταγωνιστές της εποχής, όπως Κούρκουλος, Παπαμιχαήλ, Φούντας, Αλεξανδράκης, Γεωργίτσης. Ξεχωρίζουν οι ερμηνείες της στα «Κόκκινα Φανάρια» του Β. Γεωργιάδη (1963, Δαμασκηνός-Μιχαηλίδης), «Χωρίς Ταυτότητα», (1963, Φίνος Φιλμ), «Πολύ Αργά για Δάκρυα» του Γ. Δαλιανίδη (1968, Φίνος Φιλμ), «Οι Αδίστακτοι» του Ν. Κατσουρίδη (1965, Σάβας Φιλμ), «Κοινωνία Ώρα Μηδέν» του Ντ. Δημόπουλου (1966, Φίνος Φιλμ), «Η Λεωφόρος του Μίσους» (1968, Φίνος Φιλμ) και «Ορατότης Μηδέν» του Ν. Φώσκολου (1970, Φίνος Φιλμ).
Ανάμεσα σε αυτές τις κοινωνικές και δραματικές ταινίες θα εμφανιστεί και σε τρία μιόυζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη, παραγωγής Φίνος Φιλμ, στα οποία θα κάνει θραύση: «Οι Θαλασσιές οι Χάντρες», «Μια Κυρία στα Μπουζούκια» και «Γοργόνες και Μάγκες». Ιδιαίτερα στο «Μια Κυρία στα Μπουζούκια» θα σαγηνεύσει το κοινό με το ακαταμάχητο στυλ και ταπεραμέντο της, όχι μόνο υποκριτικά, αλλά ερμηνεύοντας και δύο από τις μυθικές επιτυχίες των τραγουδιών του Ελληνικού Κινηματογράφου, το «Είμαι Γυναίκα του Γλεντιού» και «Του Αγοριού Απέναντι».
Στη θεατρική της καριέρα, συνεργάστηκε με όλους τους μεγάλους θιάσους της Αθήνας και έπαιξε με την ίδια ερμηνευτική ικανότητα σε όλα τα είδη θεάτρου. Το 1972 συγκρότησε τον δικό της θίασο με τον οποίο ανέβασε τα έργα: «Τι Ώρα θα γυρίσεις Πηνελόπη» του Μομ και «Ένα Καυτό Κορίτσι» του Καμπανέλη.
Έχει στο ενεργητικό της σημαντικές ερμηνείες και στο Νέο Ελληνικό Κινηματογράφο, όπως στις εξαίρετες ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Κυνηγοί» και «Ταξίδι στα Κύθηρα», ενώ κέρδισε βραβείο Α’ γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με την ταινία «Τα Παιδιά της Χελιδόνας» του Κώστα Βρεττάκου, το 1987.