Τελικά αποδεικνύεται ότι οι πομπώδεις ανακοινώσεις της κυβέρνησης για τη ρύθμιση των οφειλών των επιχειρήσεων – κυρίως των μικρών και πολύ μικρών – ήταν άλλo ένα προεκλογικό «νεοφιλελεύθερο» πυροτέχνημα.
Η μεγάλη πλειοψηφία των επιχειρήσεων που υπέβαλαν αίτηση στη σχετική πλατφόρμα, βρήκαν την πόρτα κλειστή καθώς δεν πληρούσαν τους όρους του νέου προγράμματος και ειδικότερα :
– η ρύθμιση 36 ή 72 δόσεων αφορά μόνο όσες την 1η Νοεμβρίου του 2021 δεν είχαν ληξιπρόθεσμες ή αρρύθμιστες οφειλές, ενώ ταυτόχρονα κατέβαλαν όλες τις δόσεις των ρυθμίσεων των 120 ή 72 δόσεων, εφόσον είχαν τέτοιες ρυθμίσεις
– η ρύθμιση 120 δόσεων απαιτεί να ρυθμιστούν όλες οι οφειλές που δημιουργήθηκαν μετά το 2019 το πολύ σε 24 δόσεις και να έχουν καταβληθεί οι δύο πρώτες δόσεις .
Όσες τελικά γίνονται δεκτές στο πρόγραμμα επιβαρύνονται με πολύ υψηλά επιτόκια: 4,38% για τις 36 δόσεις και 5,87% για τις 72 δόσεις.
Δυστυχώς η κυβέρνηση δεν λαμβάνει υπόψη της τα χρέη που δημιουργήθηκαν εξαιτίας της πανδημίας
Για να μη δούμε και άλλες δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών λόγω οφειλών που θα θέσουν σε άμεσο κίνδυνο τη λειτουργία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, θα πρέπει άμεσα, να ενταχθούν στις 120 δόσεις το σύνολο των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών, οι οποίες πολλαπλασιάστηκαν κατά την διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού και της ενεργειακής κρίσης».
Και για τη μόνιμη αντιμετώπιση του δομικού αυτού προβλήματος, προτείνουμε:
α) την πλήρη αναμόρφωση του Πτωχευτικού Νόμου και
β) τη Δημιουργία Ειδικού Φορέα Δεύτερης Ευκαιρίας (σύμφωνα με τα πρότυπα του Ηνωμένου Βασιλείου) που θα υποστηρίζει με μεθοδολογία Έγκαιρης Προειδοποίησης τη μικρή και πολύ μικρή επιχείρηση, δίνοντας λύση για τον επιχειρηματία που θα θελήσει να κλείσει την επιχείρηση με γενναίο κούρεμα των οφειλών και να επανέλθει σύντομα στην επιχειρηματική δράση ή στην επιχείρηση που θέλει να αναδιαρθρώσει τα χρέη της και να γίνει βιώσιμη και ανταγωνιστική