14.7 C
Aigio
Τρίτη, 3 Δεκεμβρίου, 2024
spot_img

Άρθρο του Γραμματέα του ΜέΡΑ25 Γιάνη Βαρουφάκη στο «news247»

Την Παραμονή Πρωτοχρονιάς το Eurogroup δημοσιοποίησε ανοικτή επιστολή προς τους πολίτες της Ευρώπης που δεν επιτρέπεται να περάσει στα ψιλά. Με την ευκαιρία της εικοστής επετείου της κυκλοφορίας του ευρώ, οι συνυπογράφοντες υπουργοί οικονομικών της ευρωζώνης μιλούν για το «κοινό μας νόμισμα» ως σύμβολο που «μαρτυρεί την ενότητα που στηρίζει την Ένωσή μας» και «… της δέσμευσής μας να εξασφαλίσουμε ένα βιώσιμο μέλλον, με ευημερία και χωρίς αποκλεισμούς, για τις επόμενες γενιές». Χωρίς την παραμικρή αναφορά στην τερατώδη κρίση του ευρώ! Λες και, όλα αυτά τα χρόνια, ζούσαμε σε άλλο πλανήτη!

Απέναντι σε αυτή την επιστολή-μνημείο καθεστωτικής προπαγάνδας έχουμε υποχρέωση να τοποθετηθούμε όλες και όλοι. Να προβούμε στη δική μας αποτίμηση της εικοσαετίας του ευρώ και, βέβαια, σε εκτιμήσεις για το τι μέλλει και τι δέον γενέσθαι όσον αφορά το νομισματικό ζήτημα.

Το ευρώ απέτυχε σύμφωνα με τα κριτήρια των εμπνευστών του

Βασικό ζητούμενο της δημιουργίας του ευρώ ήταν η περίφημη «Σύγκλιση» που θα ερχόταν μέσω της κατάργησης (Α) του κόστους μετατροπής συναλλάγματος (π.χ. από μάρκα σε φράγκα και από φράγκα σε δραχμές) και (Β) του φόβου της υποτίμησης νομισμάτων (όπως η λιρέτα και η δραχμή). Πέντε ήταν, οι υποσχέσεις των εμπνευστών του ευρώ: (1) Ενίσχυση εμπορικών ροών. (2) Συγκλίνοντα βιοτικά επίπεδα. (3) Ηπιότερες οικονομικές κρίσεις. (4) Σταθερότητα τιμών. (5) Σύγκλιση του ρυθμού αύξησης της παραγωγικότητας Ελλάδας-Γερμανίας, Ολλανδίας-Ιταλίας κ.ο.κ.

Τα νούμερα είναι αμείλικτα: Ούτε μία από αυτές τις πέντε υποσχέσεις δεν τηρήθηκε! Αντίθετα, είναι ξεκάθαρο ότι η μέγιστη σύγκλιση επετεύχθη μεταξύ πλουσιότερων χωρών (π.χ. η Γερμανία) με τις χώρες της ΕΕ που δεν υιοθέτησαν το ευρώ, τόσο τις φτωχότερες (Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία) όσο και τις πλουσιότερες (Δανία, Σουηδία). Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Τσεχία (που έμεινε εκτός ευρώ), από τη μία, η Ελλάδα και η Πορτογαλία (που μπήκαν στο ευρώ) από την άλλη. Το 1995, για κάθε €100 εισοδήματος του Γερμανού πολίτη, ο Τσέχος έβγαζε €17, ο Έλληνας €42 και ο Πορτογάλος €37. Από τότε, το μέσο εισόδημα του Τσέχου συνέκλινε με του Γερμανού κατά €24, του Έλληνα κατά €3 και του Πορτογάλου κατά €9.

Η αποτυχία του ευρώ να φέρει την πολυπόθητη σύγκλιση γίνεται ακόμα πιο εντυπωσιακή στον τομέα των εμπορικών συναλλαγών: Εντός της ευρωζώνης, το διακρατικό εμπόριο αυξήθηκε κατά 10% σε μια εποχή που το διεθνές εμπόριο αυξανόταν κατά 30% και το εμπόριο μεταξύ Γερμανίας και του εκτός ευρώ τριγώνου Πολωνίας-Τσεχίας-Ουγγαρίας αυξήθηκε κατά 63%. Κάτι αντίστοιχο είχαμε και στις παραγωγικές επενδύσεις: Ενώ οι γερμανικές τράπεζες έδιναν οροσειρές δανείων σε χώρες όπως η Ελλάδα, με αποτέλεσμα την πτώχευσή μας το 2010, τα τρία-τέταρτα των άμεσων ξένων επενδύσεων πήγαιναν στις χώρες εκτός ευρώ. Έτσι, αντί για σύγκλιση παραγωγικότητας, εισοδημάτων και ρυθμού εκβιομηχάνισης εντός της ευρωζώνης, η σύγκλιση επετεύχθη σε χώρες που είπαν όχι στο ευρώ.

Γιατί ξαφνιαζόμαστε;

Το ενδιαφέρον ερώτημα δεν είναι «γιατί απέτυχε το ευρώ να φέρει τη σύγκλιση;» αλλά το «πώς προέκυψε η σιγουριά του ευρωπαϊκού κατεστημένου ότι το ευρώ θα έφερνε οικονομική σύγκλιση;» Ας δούμε τις προηγμένες χώρες που κατάφεραν να συγκλίνουν οικονομικά με γειτονικές τους χώρες επιτυγχάνοντας τεράστια αλληλο-διείσδυση επενδύσεων και εμπορίου. Τρία ενδεικτικά παραδείγματα είναι τα ζεύγη Σουηδία-Νορβηγία, ΗΠΑ-Καναδάς και Αυστραλία-Νέα Ζηλανδία. Αυτές οι χώρες έχουν συγκλίνει τα μέγιστα επειδή απέφυγαν τη νομισματική ενοποίηση.

Για να δούμε το γιατί, πάρτε τον πληθωρισμό τους: Από το 1979 είναι λίγο-πολύ ίδιος στην Αυστραλία και την Νέα Ζηλανδία, στις ΗΠΑ και στον Καναδά, στη Σουηδία και στη Νορβηγία. Κι όμως: οι συναλλαγματικές τους ισοτιμίες, την ίδια περίοδο, αυξομειώθηκαν εκρηκτικά. Αυτές όμως οι αυξομειώσεις είναι που λειτούργησαν σαν αμορτισέρ σε περιόδους κρίσης αποσβένοντας τους κραδασμούς, με αποτέλεσμα να παραμείνουν σε τροχιά σύγκλισης.

Το ίδιο ακριβώς συνέβη μεταξύ της Πολωνίας και της Γερμανίας: Όταν δημιουργήθηκε το ευρώ, το πολωνικό ζλότυ υποτιμήθηκε 27%, μετά το 2004 ανατιμήθηκε 50% και, με το Κραχ του 2008, υποτιμήθηκε πάλι 30%. Το αποτέλεσμα; Η Πολωνία απέφυγε τόσο την δική μας περίοδο Κάλπικης Ανάπτυξης (2001-2007) όσο και την Μεγάλη Κατάρρευση (το 2010) και, έτσι, συνέκλινε περισσότερο με την γερμανική οικονομία.

Αναπόφευκτη Κρίση

Δημιουργώντας το ευρώ κάναμε το εξής: Ιδρύσαμε μια κοινή κεντρική τράπεζα (ΕΚΤ) χωρίς ένα κοινό κράτος να την στηρίζει ενώ, την ίδια στιγμή, μείναμε με κράτη που δεν έχουν κεντρική τράπεζα να τα στηρίζει (καθώς το Καταστατικό της ΕΚΤ απαγορεύει την χρηματοδότηση των κρατών) παρά το γεγονός ότι τα κράτη καλούνται, σε περιόδους κρίσης, να διασώζουν τις ιδιωτικές τράπεζες που λειτουργούν στο έδαφός τους. Αν το καλοσκεφτούμε, πρόκειται για τον ορισμό του ανορθολογισμού, για να μην πω της παράνοιας.

Αυτό που κάναμε θυμίζει οδηγό που αφαιρεί τα αμορτισέρ από το αυτοκίνητό του και μετά το οδηγεί με φόρα σε βαθύ χαντάκι. Ο λόγος που χώρες όπως η Πολωνία, η Νέα Ζηλανδία και ο Καναδάς κατάφεραν να μην μείνουν πίσω (ή, χειρότερα, να σκλαβωθούν) από την Γερμανία, την Αυστραλία και τις ΗΠΑ αντίστοιχα, είναι ότι δεν προέβησαν σε νομισματική ένωση μαζί τους. Αν είχαν κάνει το λάθος αυτό, οι κρίσεις του 1991, του 2001, του 2008 και του 2020 θα τις είχαν μετατρέψει σε χρεοδουλοπαροικίες.

Δεν χρειάζεται να είσαι οικονομολόγος για να καταλάβεις ότι, όταν καταργείς τον κίνδυνο της υποτίμησης του εθνικού σου νομίσματος μέσω νομίσματος που μοιράζεσαι με ισχυρότερες οικονομίες, χωρίς να δημιουργείς όμως κοινό κράτος, το μόνο που πετυχαίνεις είναι να αντικαθιστάς την υποτίμηση π.χ. της δραχμής με τη χρεοκοπία των πολλών και την αθέτηση πληρωμών σε ξένους δανειστές. Λογικό δεν είναι αυτοί οι, εξ ορισμού, πανίσχυροι δανειστές, μαζί με την ΕΚΤ (τον μοναδικό θεσμό της ευρωζώνης που μάλιστα λειτουργεί εκτός δημοκρατικών θεσμών), να απαιτήσουν γην και ύδωρ από την χρεοκοπημένη πλειοψηφία; Προφανώς. Εν ολίγοις, η «Χρεοδουλοπαροικίας η Ελλάς» ήταν αναπόφευκτη κατάληξη της αρχιτεκτονικής του ευρώ.

Οι μεταρρυθμίσεις της ευρωζώνης άλλαξαν τα πάντα ώστε να μην αλλάξει τίποτα

Το κυρίαρχο αφήγημα είναι ότι, ναι, η αρχική αρχιτεκτονική της ευρωζώνης ήταν σαθρή, η αρχική αντίδραση της τρόικας στην αναπόφευκτη κρίση ήταν άξεστη και αντιλαϊκή, αλλά χρόνο με τον χρόνο το θεσμικό πλαίσιο του ευρώ άλλαξε: Δημιουργία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), το Πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης της ΕΚΤ, η κοινή επίβλεψη των συστημικών τραπεζών (SSM) και, βέβαια, το Ταμείο Ανάκαμψης που δημιουργήθηκε λόγω πανδημίας. Πρόκειται για, εκ πρώτης όψεως, εντυπωσιακές αλλαγές.

Όμως, αν βάλουμε την κάθε μία τους κάτω από το μικροσκόπιο, θα δούμε ότι το ευρωπαϊκό κατεστημένο έκανε, σε κάθε τομέα, το ελάχιστο χωρίς το οποίο το ευρώ σήμερα δεν θα υπήρχε. Θα δούμε, ακόμα, πως οι μεταρρυθμίσεις αυτές δεν ήταν μόνο οι ελάχιστες δυνατές αλλά και έγιναν με τρόπο που εγγυάται ότι δεν αλλάζει τίποτα όσον αφορά την πεμπτουσία της ευρωζώνης: την τάση να μεγεθύνει τις ανισορροπίες (εμπορικών και κεφαλαιακών ροών) και, έτσι, να υποδαυλίζει την όλο και μεγαλύτερη απόκλιση μεταξύ των χωρών μας την ώρα που, στο εσωτερικό τους, μεγεθύνονται οι ανισότητες.

Η τραγωδία του ευρώ δεν είναι μόνο η αιχμαλωσία χωρών όπως η Ελλάδα στην χρεοκοπία, την υποανάπτυξη και την νεο-αποικιοκρατική εξάρτηση. Το να υποφέρουν οι πολίτες μιας χρεοκοπημένης χώρας όπως η Ελλάδα, έχει μια (μισανθρωπική) λογική. Το να υποφέρουν όμως οι μισοί κάτοικοι της Γερμανίας, χώρας που κολυμπά στα τεράστια πλεονάσματα που η αρχιτεκτονική του ευρώ της στέλνει, αυτό αποτελεί αποδεικτικό στοιχείο αβάστακτου ανορθολογισμού.

Γιατί επιμένουν;

Αν το 2000 κάποιος έδινε €1000 για να αγοράσει μετοχές στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, σήμερα θα είχε €1700 (κατά μέσο όρο και σε αποπληθωρισμένες τιμές). Αν αγόραζε μετοχές αξίας €1000 στη Νότια Κορέα, σήμερα θα είχε περίπου €1200. Κι αν αγόραζε μετοχές αξίας €1000 στα Χρηματιστήρια της Φρανκφούρτης και του Παρισιού, θα του έμεναν €920. Με άλλα λόγια, η αποτυχία του ευρώ δεν αφορά μόνο την εργασία – έπληξε και την άλλη πλευρά της πάλης των τάξεων.

Ας δούμε μια ακόμα πτυχή της αρνητικής επιρροής του ευρώ στους ισχυρούς: Λέγεται συχνά, και ορθώς, ότι το ευρώ (κρατώντας χαμηλά το «γερμανικό» νόμισμα) βοήθησε τις γερμανικές εξαγωγές επιτρέποντας στο γερμανικό κεφάλαιο να συσσωρεύσει πλεονάσματα. Είναι αλήθεια. Από το 2000 έως το 2020 στη Γερμανία εισέρρευσαν συνολικά €2,4 τρισεκατομμύρια από καθαρές εξαγωγές, περίπου το 62% ενός ετήσιου γερμανικού ΑΕΠ. Από αυτά όμως, οι «ιδιοκτήτες» τους έχασαν μέσα από τα χέρια τους περίπου το ένα τρίτο. Πώς; Είναι απλό. Όταν μαζεύεται τόσο χρήμα στη Γερμανία, όπου οι πολίτες είτε δεν θέλουν είτε δεν μπορούν να το δανειστούν, λιμνάζει στις τράπεζές της. Εκείνες αναγκάζονται να το δανείσουν σε ξένους, πολλοί εκ των οποίων αδυνατούν να το αποπληρώσουν. Συνεπώς, μπορεί το ευρώ να βοήθησε τους Γερμανούς κεφαλαιοκράτες να συσσωρεύσουν πολύ χρήμα αλλά τους ανάγκασε να σκορπίσουν στον άνεμο ένα μεγάλο μέρος του – την ώρα που το 50% των Γερμανών δεν τα βγάζει πέρα!

Κάπως έτσι φτάσαμε στο Μέγα Ερώτημα: Αν τα πράγματα είναι έτσι, πως εξηγείται η ευρω-λαγνεία της ολιγαρχίας σε ολόκληρη την ευρωζώνη; Αν ακόμα και οι ισχυροί, το μεγάλο κεφάλαιο, χάνουν, γιατί έχουν γαντζωθεί στο ευρώ και δείχνουν διατεθειμένοι να θυσιάσουν τα πάντα για αυτό; Η απάντηση είναι: Επειδή το ευρώ, έτσι ακριβώς όπως είναι σαθρά δομημένο (χωρίς κοινό υπουργείο οικονομικών, χωρίς ομοσπονδοποίηση, χωρίς ικανό κοινό χρέος), αποτελεί τον μεγαλύτερο πολιτικό θρίαμβο της άρχουσας τάξης από τότε που υποχώρησε η φεουδαρχία.

Ποιον θρίαμβο; Την κατάργηση, από την ώρα που δημιουργήθηκε το ευρώ, της όποιας δυνατότητας κάθε εκλεγμένης κυβέρνησης να μεταφέρει σοβαρό μέρος του συνολικού πλούτου από την ολιγαρχία στους πολλούς. Και στις ΗΠΑ βέβαια, στη Βρετανία, στην Ιαπωνία, σε κάθε αστική δημοκρατία, η ολιγαρχία έχει τρόπο να περιορίζει τη δυνατότητα των κυβερνώντων να τους απαλλοτριώσουν την περιουσία τους (π.χ. στις ΗΠΑ για να γίνει ο,τιδήποτε απαιτούνται τεράστιες πλειοψηφίες στη Γερουσία και το Κογκρέσο μεταξύ εκλεγμένων με πλειοψηφικό σύστημα). Όμως μόνο στην ευρωζώνη έχει καταφέρει η ολιγαρχία να καταργήσει πλήρως αυτή τη δυνατότητα των κυβερνώντων.

Πώς πέτυχαν αυτόν τον θρίαμβο οι ευρωπαίοι ολιγάρχες; Ιδρύοντας μια κοινή κεντρική τράπεζα χωρίς ένα αντίστοιχο κοινό κράτος και αφήνοντας τα κράτη χωρίς κεντρική τράπεζα. Υπό αυτό το παράλογο καθεστώς, που παράγει τεράστιες κρίσεις, ούτε ο Γερμανός Καγκελάριος δεν μπορεί να κάνει εκείνο που κάποτε είχε κάνει στις ΗΠΑ ο Φράνκλιν Ρούσβελτ ή ο Λίντον Τζόνσον: μια γενναία μεταφορά πλούτου από τους πλούσιους στους φτωχούς. Να λοιπόν γιατί η ευρωπαϊκή ολιγαρχία λατρεύει το ευρώ παρά το γεγονός ότι η παρανοϊκή αρχιτεκτονική του στερεί και από τους ίδιους κεφάλαια και κέρδη τα οποία γεύονται οι Αμερικανοί ή οι Κορεάτες ομόλογοί τους: Βλέπουν αυτές τις απώλειες ως ένα λογικό αντίτιμο για την πλήρη και ουσιαστική κατάργηση, επί ευρωπαϊκού εδάφους, εκείνου που φοβούνται περισσότερο απ΄ ο,τιδήποτε: την Δημοκρατία, ακόμα και την κουτσουρεμένη, αστική ψευτο-δημοκρατία.

Οι προοπτικές απεγκλωβισμού το 2015 και σήμερα

Το 2015 ο ελληνικός λαός μας έδωσε την εντολή, δύο φορές σε έξι μήνες, να τον βγάλουμε από τη Χρεοδουλοπαροικία που έφερε η αναπόφευκτη κρίση του ευρώ. Όπως είναι γνωστό, τότε, θεωρούσα ότι υπήρχε τρόπος να γίνει αυτό χωρίς έξοδο από το ευρώ. Το ίδιο νομίζω και τώρα: Αν ήμασταν διατεθειμένοι να καταβάλουμε το κόστος του Grexit, εκτιμώντας (ορθά) ότι είναι μικρότερο από το κόστος της μονιμοποιημένης Χρεοδουλοπαροικίας, δεν θα χρειαζόταν το Grexit – καθώς η κα Μέρκελ, μαζί με τον κ. Ντράγκι, θα προτιμούσαν το πολιτικό κόστος του να επιτρέψουν να κουρευτεί το δημόσιο και ιδιωτικό μας χρέος από το να σηκώσουν το κόστος του Grexit.

Σήμερα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Επτά χρόνια αργότερα, το ισοζύγιο κόστους-οφέλους για την τρόικα έχει αλλάξει. Πάρτε για παράδειγμα το ιδιωτικό χρέος, τα κόκκινα δάνεια. Το 2015 δεν έπαιζαν κεντρικό ρόλο στους υπολογισμούς τους. Από τότε, όμως, έχουν δημιουργήσει ψευτο-αγορές κόκκινων δανείων (π.χ. στην Ελλάδα τον λεγόμενο «Ηρακλή») που έχουν γίνει αναπόσπαστο μέρος του χρηματοοικονομικού συστήματος. Κόκκινα δάνεια εκχωρούνται σε ταμεία, τα οποία τα πακετάρουν σε παράγωγα που πουλούν στις τράπεζες, οι οποίες τα καταθέτουν στην ΕΚΤ ως εχέγγυα για να δανείζονται ποσά με τα οποία κερδοσκοπούν. Η απαίτηση μιας ελληνικής κυβέρνησης για πραγματική προστασία της πρώτης κατοικίας θα αποτελούσε σήμερα απειλή για το νέο αυτό σύστημα. Παράλληλα, ενώ το 2015 η ΕΚΤ αντιμετώπιζε τεράστιους περιορισμούς (π.χ. από την Bundesbank και το Γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο) στο να τυπώνει χρήμα, και μόλις είχε αρχίσει δειλά-δειλά να στηρίζει το χρέος της Ιταλίας, η πανδημία της έλυσε τα χέρια.

Με αυτές τις εξελίξεις κατά νου, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι, σήμερα, αντίθετα με το 2015, δεν αρκεί η ετοιμότητα να βγούμε από το ευρώ. Σήμερα, ο απεγκλωβισμός από την Χρεοδουλοπαροικία (π.χ. η δημόσια διαχείριση των κόκκινων δανείων, ο ΦΠΑ στο 15%, η κατάργηση του Χρηματιστήριου Ενέργειας το οποίο πριμοδοτεί την ακρίβεια υπέρ των ολιγαρχών) απαιτεί την απόφαση δημιουργίας εθνικού νομίσματος. Ψηφιακού αρχικά και τυπωμένου αργότερα.

Επίλογος: Η ευθύνη κι ο προσανατολισμός του ΜέΡΑ25

Είναι εντυπωσιακή η σιωπή που ακολούθησε την προκλητική, και προσβλητική για τη νοημοσύνη μας, ανοικτή επιστολή του Eurogroup προς τους ευρωπαίους πολίτες για τα είκοσι χρόνια του ευρώ. Ενώ το καρτέλ των ευρωπαίων ολιγαρχών απευθύνεται στους συμπολίτες μας ως εάν να ήταν ιθαγενείς που υποχρεούνται να γιορτάζουν την επέτειο της υποδούλωσής τους, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε να αρθρώσει ούτε μια λέξη κριτικής.

Αντί για αυτό, διαβάσαμε πρόσφατα τις προτάσεις του Αλέξη Τσίπρα, προϊόν του νέου του thinktank, οι οποίες αφορούν την «οικονομική διακυβέρνηση» του συνόλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σαν το ευρώ να μην αποτελεί ιδιαίτερη, και συγκεκριμένη, πηγή ολιγαρχικής εξουσίας επί των πολλών. Παράλληλα, το ΚΚΕ φαίνεται να παραμένει πιστό στην τακτική του να μην στηρίζει μεν την έξοδο από το ευρώ αλλά να μιλά για έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σε αυτό το πλαίσιο, το ΜέΡΑ25 αναλαμβάνουμε την ευθύνη για μια σοβαρή, λογικά συνεπή αξιολόγηση των επιλογών μας ως ριζοσπάστες ευρωπαϊστές και συνάμα πατριώτες. Ο προσυνεδριακός μας διάλογος εστιάζει σε δύο ερωτήματα: Συμφωνούμε με την πιο πάνω εκτίμηση ότι απόδραση από την Χρεοδουλοπαροικία σημαίνει, σήμερα, εθνικό νόμισμα; Είμαστε έτοιμοι να σηκώσουμε το πολιτικό βάρος ενός τέτοιου συμπεράσματος και των πολιτικών που εκπορεύονται από αυτό;

Σχετικά άρθρα

- Advertisement -spot_img
- Advertisement -spot_img
- Advertisement -spot_img
- Advertisement -spot_img

Δείτε ακόμα