Με την πολύωρη εξέταση της ορκωτής λογίστριας, η οποία ορίστηκε να διενεργήσει την δικαστική πραγματογνωμοσύνη στην Αχαϊκή Τράπεζα, ολοκληρώθηκε χθες ο κύκλος
της εξέτασης των μαρτύρων κατηγορίας στην πολύκροτη δίκη στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Πατρών.
Η μάρτυρας κατέθεσε στο ∆ικαστήριο όσα είχε αναφέρει και στο στάδιο της ανακρίσεως, σχετικά με τα όσα διαπίστωσε για τον τρόπο λειτουργίας της Τράπεζας και για την σύναξη των συμβάσεων, λέγοντας πως «δεν υπήρχαν καταγεγραμμένες εσωτερικές διαδικασίες και συγκεκριμένη πολιτική για τη χορήγηση δανείων ώστε να μπορούμε να πούμε ότι δεν τηρήθηκαν σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και επομένως υπήρξε παραβίαση των κανόνων που μπορούν να καταλογισθούν σε συγκεκριμένα πρόσωπα».
Πρόσθεσε πως όλες οι συνεταιριστικές τράπεζες λειτουργούσαν με παρόμοιο τρόπο και τα τελευταία χρόνια τέθηκαν σε πιο αυστηρούς κανόνες διακυβέρνησης. Ιδιαίτερο βάρος έδωσε όμως στο μείζον ζήτημα που τίθεται στην δίκη από τους συνηγόρους υπεράσπισης των κατηγορουμένων, δηλαδή στο ύψος της καταγεγραμμένης ζημίας.
«Με βάση το υλικό που μας παραδόθηκε δεν ήταν δυνατή η ακριβής καταγραφή της ζημίας ούτε καν σε τάξη μεγέθους μπορούσε να αποτιμηθεί. Και αυτό διότι θα έπρεπε για να καταγραφεί η ζημία για κάθε δάνειο που δεν αποπληρώνεται και έχει εξασφάλιση, να έχει διενεργήσει αποτίμηση της αξίας της εξόφλησης ο εκκαθαριστής, ώστε αφαιρούμενου του ποσού αυτού να βρεθεί η ζημία» ανέφερε η μάρτυρας. Υπογράμμισε μάλιστα, απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις των συνηγόρων υπεράσπισης ότι πολλά από τα στοιχεία για συγκεκριμένες χορηγήσεις δανείων έλειπαν, βρίσκονταν σε δικηγορικά γραφεία ή δεν είχαν εικόνα για τα περιουσιακά στοιχεία των ατόμων που έδιναν προσωπικές εγγυήσεις για να τους χορηγηθούν δανειακές συμβάσεις.
Να σημειωθεί πως 12 χρόνια μετά το κλείσιμο της Τράπεζας ακόμα η διαδικασία της εκκαθάρισης δεν έχει ολοκληρωθεί και όπως ανέφεραν οι συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων εστιάζοντας τις ερωτήσεις τους προς την μάρτυρα, αυτό είναι μείζονος σημασίας ζήτημα. «Εγώ δεν έχω μιλήσει για ζημιογόνο χρήση» είπε χθες στο ∆ικαστήριο, ενώ επανέλαβε όσα είχε καταθέσει και προανακριτικά, ότι «για να αποτιμηθεί η πραγματική ζημία θα πρέπει να γίνει προσομοίωση στις συνθήκες που επικρατούσαν τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο σύναψης της κάθε σύμβασης».
Η μάρτυρας εξεταζόμενη από το δικαστήριο ανέφερε πως δεν ελέγχθηκαν οι προσωπικές εγγυήσεις στα χορηγούμενα δάνεια και σημείωσε εμφατικά πως «το βασικό είναι η αρχή της συμβατικής σχέσης» και πρόσθεσε πως «κάθε μεταγενέστερο του πρώτου δάνειο πρέπει να κρίνεται με τις συγκεκριμένες χρονικές και οικονομικές συνθήκες. ∆ηλαδή να υπάρχει σωστή αξιολόγηση του πιστούχου, κάτι που δεν υπήρχε στη συγκεκριμένη τράπεζα όπως αναφέρω
και στο πόρισμα». Υπογράμμισε πως «όλα τα δάνεια τα είχε εγκρίνει το ∆ιοικητικό Συμβούλιο» και σε άλλο σημείο τόνισε πως «δεν υπήρχαν δικλείδες ασφαλείας στην Τράπεζα» κάτι που το απέδωσε στο γεγονός ότι για τα οφειλόμενα δάνεια υπήρχαν ρυθμίσεις είτε με εξασφαλίσεις είτε χωρίς.
Η δίκη συνεχίζεται στις 29 Μαΐου με τα αναγνωστέα έγγραφα και στη συνέχεια ο λόγος θα δοθεί στους μάρτυρες υπεράσπισης.
ΓΝΩΜΗ