Δικαιώθηκαν οι πρώτοι που είχαν προσφύγει στη Δικαιοσύνη, πρώην συμβασιούχοι φύλακες σιδηροδρομικών διαβάσεων, που έχασαν τη δουλειά τους όταν το έργου τους ανέλαβε ιδιωτική εταιρεία σεκιούριτι και τώρα ο ΟΣΕ υποχρεούται σε επαναδιαβούλευση μαζί τους είτε με σκοπό την επιστροφή είτε την οικονομική αποζημίωση τους.
Όμως παράλληλα είναι σε εκκρεμότητα και ο δικαστικός αγώνας των υπολοίπων συναδέλφων τους που έχουν κάνει παρόμοια προσφυγή και βρίσκονται εν αναμονή της κρίσης των δικαστηρίων και σε αυτήν την ομάδα εντάσσονται πρώην φύλακες από την Δυτική Ελλάδα. Συγκεκριμένα, πρόκειται για 160 πρώην υπαλλήλους εκ των οποίων τουλάχιστον 60 προέρχονται από την Αχαΐα και την Αιτωλοακαρνανία. Πριν την δικαστική έκβαση όμως, την περασμένη εβδομάδα έστειλαν επιστολή στον υπουργό Μεταφορών κ. Κώστα Καραμανλή, ζητώντας εκ νέου συνάντηση.
Από τα όσα καταγγέλλουν αυτό που δημιουργεί εντύπωση είναι ότι οι σεκιουριτάδες που τους διαδέχθηκαν αφενός δεν διαθέτουν ειδικές γνώσεις που απαιτούνται για τη σωστή φύλαξη των σιδηροδρομικών διαβάσεων, αφετέρου υποστηρίζουν ότι πολλές δεν βρίσκονταν καν στις θέσεις τους. Αποδίδοντας σε αυτούς τους δύο λόγους την αύξηση σιδηροδρομικών ατυχημάτων το τελευταίο χρονικό διάστημα ανά την Ελλάδα.
Θυμίζουμε ότι την υπόθεση είχε αναδείξει το aigiovoice.gr με ρεπορτάζ και δηλώσεις συμβασιούχων φυλάκων της Πάτρας και της Αιγιάλειας, όταν πρωτο-ενημερώθηκαν για την απόφαση να αποχωρήσουν με τη λήξη των συμβάσεων τους επειδή η φύλαξη διαβάσεων επρόκειτο να ανατεθεί σε ιδιώτη.
Τα επιχειρήματα που επικαλούνται οι πρώην συμβασιούχοι του ΟΣΕ, όπως δηλώνει η κα Ι.Π., μία εκ των θιγόμενων, έχουν τυπικά αλλά και κοινωνικά χαρακτηριστικά. Τα τυπικά, αφορούν στο ότι οι συμβάσεις τους ήταν αρχικά 18 μηνών και μετατράπηκαν σε 12μηνες.
Αλλά και το ότι απαιτείται «Πιστοποίηση Ηλεκτροκίνησης» για εργασία κάτω των 25.000 volt, κάτι που δεν διαθέτουν πολλοί σεκιουριτάδες, όμως απολογούνται στον δικό τους προϊστάμενο και όχι σε προϊστάμενο του ΟΣΕ. Τα κοινωνικά, σχετίζονται με την οικογενειακή κατάσταση των περισσοτέρων εργαζομένων εκ των οποίων δεκάδες περιπτώσεις αφορούν σε μονογονεϊκές οικογένειες και μητέρες που πλέον είναι άνεργες.