20.1 C
Aigio
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
spot_img

Η ανάσα του Ανδρουλάκη οδήγησε τον Τσίπρα στην πρόταση μομφής

Η πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης αποτελεί ένα κορυφαίο Συνταγματικό δικαίωμα της αντιπολίτευσης. Βάσει του Άρθρου 84 πρέπει να συγκεντρώνει το 1/6 του συνολικού αριθμού των βουλευτών.Ιστορικά, μετά την μεταπολίτευση, η πρόταση μομφής ανάγεται στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και συγκεκριμένα το 1988 όταν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου για την εξωτερική πολιτική και την οικονομία. Ένα χρόνο αργότερα κατατέθηκε πάλι πρόταση δυσπιστίας για το σκάνδαλο Κοσκωτά.Ο Αλέξης Τσίπρας ως Πρωθυπουργός αντιμετώπισε πρόταση δυσπιστίας από τον Κυριάκο Μητσοτάκη για την επικείμενη τότε συμφωνία των Πρεσπών.Κατά το Άρθρο 84 η πρόταση μομφής πρέπει να επικαλείται συγκεκριμένη αφορμή και να αιτιολογείται ισχυρά από τους βουλευτές που την υπογράφουν. Αν και η παρούσα πρόταση δυσπιστίας αναφέρεται στους χειρισμούς για την αντιμετώπιση της κακοκαιρίας, είναι προφανές ότι αυτό αποτελεί πρόσχημα επικαιρότητας για την αντιπολίτευση και τα πραγματικά κίνητρα είναι πολιτικά.Το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ άρχισε να νιώθει απειλητική την ανάσα από την διπλή μάσκα προστασίας του ΚΙΝΑΛ,ΠΑΣΟΚ, βλέπει τα ποσοστά του να ισοφαρίζονται από το νέο πρόεδρο του Κινήματος Αλλαγής και επιδιώκει να επιβεβαιώσει την κυριαρχία του στο πεδίο της αντιπολίτευσης, μέσω της κορυφαίας αυτής πολιτικής διαδικασίας. Στην Κουμουνδούρου έπεσαν στην “παγίδα των δημοσκοπήσεων” και υπέπεσαν σε βεβιασμένη πολιτική πράξη με γνωστό, εκ των προτέρων, αποτέλεσμα. Άλλωστε καμία πρόταση δυσπιστίας δεν οδήγησε σε άρση εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση.Η ενέργεια της Κουμουνδούρου δεν ήταν βεβιασμένη μόνο από την θεματολογία της και το αναμενόμενο πολιτικό αποτέλεσμα, αλλά και από την ανάλυση των ποιοτικών χαρακτηριστικών των τελευταίων δημοσκοπήσεων. Η ραγδαία άνοδος του Ανδρουλάκη έχει κυρίως προσωπικά χαρακτηριστικά ενός νέου προέδρου, κρύβει τον ενθουσιασμό και τις προσδοκίες ενός τμήματος του εκλογικού σώματος, αλλά απέχει πολύ από το να προσλάβει πολιτικά και κυρίως κομματικά χαρακτηριστικά που θα το οδηγήσουν ακόμα και στην εξουσία. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης βλέποντας την άνοδο του Νίκου Ανδρουλάκη  ίσως αντίκρισε στον καθρέφτη τον εαυτό του, όταν από το μονοψήφιο του ΣΥΝ έφτασε να κυβερνήσει την χώρα. Στην πολιτική για να επαναληφθεί το ίδιο έργο θα πρέπει να το επιτρέψουν οι συνθήκες και κυρίως να το αποφασίσουν οι κυβερνώντες ως την πλέον συμφέρουσα μεταβατική λύση μέχρι να επανέλθουν στην εξουσία. Κάτι τέτοιο σήμερα δεν διαφαίνεται. Το κοινοβουλευτικό αποτέλεσμα της πρότασης δυσπιστίας συσπειρώνει την κυβέρνηση και αν αυτό επιδιώκει η Κουμουνδούρου προκειμένου να ελαχιστοποιήσει τις μετακινήσεις προς το ΠΑΣΟΚ  ίσως το πετύχει πρόσκαιρα. Η άνοδος του τρίτου πολιτικού σχηματισμού στην χώρα δεν είναι απόρροια μόνο της κυβερνητικής δυσαρέσκειας, αλλά και της πολιτικής φθοράς της αξιωματικής αντιπολίτευσης στα χρόνια που κυβέρνησε την χώρα. Το πολιτικό αποτύπωμα δεν θα είναι μόνο αριθμητικό. Θα είναι ταυτόχρονα κοινοβουλευτικό διότι μπορεί να αναδείξει μια κυβέρνηση που θα βάλλεται από δύο σχεδόν ισόποσες εκλογικά αντιπολιτεύσεις, μία θεσμική και πλειοψηφικά ισχυρή και άλλη μία αναδυόμενη και εν δυνάμει ” αντίπαλο δέος” της ίδιας της κυβέρνησης. Εάν η δυσπιστία ήθελε να επιβεβαιώσει τον εαυτό της, τότε για την αξιωματική αντιπολίτευση υπάρχει alter ego, το ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ. 

Σχετικά άρθρα

- Advertisement -spot_img
- Advertisement -spot_img
- Advertisement -spot_img
- Advertisement -spot_img

Δείτε ακόμα