ΑΡΘΡΟ
του
Άγγελου Τσιγκρή
πρώην γενικού γραμματέα Αντεγκληματικής Πολιτικής
Η οπαδική βία στο ποδόσφαιρο έχει εμφανιστεί ήδη από τον προηγούμενο αιώνα. Οι πρώτες καταγεγραμμένες περιπτώσεις οπαδικής βίας σε ποδοσφαιρικούς αγώνες φέρεται να έλαβαν χώρα στην Αγγλία το 1885. Παρόλο που τα περιστατικά οπαδικής βίας στο ποδόσφαιρο αποτελούσαν χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου αθλήματος σε όλη την ιστορία του, το φαινόμενο άρχισε να κερδίζει την προσοχή των μέσων ενημέρωσης στα τέλη της δεκαετίας του ’50, λόγω της επανεμφάνισης της βίας στο λατινοαμερικάνικο ποδόσφαιρο. Ο σύγχρονη μορφή της κυριάρχησε σε πολλές χώρες στα μέσα της δεκαετίας του ’60, οπότε εμφανίσθηκε για πρώτη φορά στα αγγλικά μέσα ενημέρωσης ο όρος «ποδοσφαιρικός χουλιγκανισμός». Έχει υποστηριχθεί ότι αφενός το αυξημένο ενδιαφέρον των μέσων ενημέρωσης και αφετέρου η υπερβολική προβολή του φαινομένου, δημιούργησαν ηθικό πανικό και προκάλεσαν ανησυχία δυσανάλογα μεγαλύτερη με τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος.
Το ποδόσφαιρο αποτελεί την πλέον προβεβλημένη δραστηριότητα από τον τύπο και τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα. Έχει υποστηριχθεί ότι τα εθνικά πρωταθλήματα ποδοσφαίρου έχουν πλέον εξελιχθεί από ψυχαγωγικές δραστηριότητες, σε επαγγελματικά οργανωμένα αθλητικά θεάματα που προσελκύουν μεγάλο αριθμό οπαδών. Το ποδόσφαιρο έχει ιστορικά συνδεθεί με περιστατικά χουλιγκανισμού και πρόκλησης εκτεταμένων επεισοδίων και υλικών φθορών. Ωστόσο, στη δεκαετία του ’80, ορισμένα τραγικά περιστατικά βίας, απέδειξαν ότι ο οπαδική βία στο ποδόσφαιρο αποτελεί πανευρωπαϊκό πρόβλημα, το οποίο απαιτεί ευρωπαϊκή θεσμική απάντηση.
Η οπαδική βία αποτελεί κοινό χαρακτηριστικό των ποδοσφαιρικών αγώνων από τα τέλη του 19ου αιώνα, τόσο στο Ηνωμένο Βασίλειο όσο και στην ηπειρωτική Ευρώπη. Ενώ υπέστη μια σειρά βαθιών αλλαγών από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 και μετέπειτα, αυτή η μορφή συλλογικής βίας εξαπλώθηκε γρήγορα από το Ηνωμένο Βασίλειο σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες και οδήγησε στην αύξηση πιο οργανωμένων, σοβαρών και συχνών περιστατικών βίας που σχετίζονται με το ποδόσφαιρο. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’80, η βία που σχετίζεται με το ποδόσφαιρο άρχισε σταδιακά να λαμβάνει χώρα εκτός γηπέδων, πολύ πριν ή μετά τους ποδοσφαιρικούς αγώνες.
Στις απαρχές του ποδοσφαίρου, το αλκοόλ έπαιξε σημαντικό ρόλο στην έκρηξη της οπαδικής βίας. Μετά την επιβολή του περιορισμού στην κατανάλωση αλκοόλ μέσα και έξω από τα γήπεδα, άρχισε σταδιακά να αυξάνεται η χρήση ναρκωτικών ουσιών και ειδικότερα φαρμάκων που μειώνουν τα συναισθήματα του φόβου και δίνουν περισσότερη ενέργεια στους χρήστες.
Ο τρόπος με τον οποίο εκδηλώνεται η οπαδική βία στο ποδόσφαιρο, με την πάροδο του χρόνου άλλαξε σταδιακά μορφή. Οι πρώτες εκρήξεις βίας στα γήπεδα σημειώθηκαν στον αγωνιστικό χώρο. Σε ένα δεύτερο στάδιο, οι βίαιες αντιπαραθέσεις επεκτάθηκαν στις κερκίδες, μεταξύ των αντίπαλων ομάδων οπαδών. Στη συνέχεια, ως αποτέλεσμα της λήψης μέτρων ασφάλειας, οι οπαδοί άρχισαν να καταλαμβάνουν σταθερά σημεία στις κερκίδες (θύρες οπαδών), τα οποία άρχισαν να αντιμετωπίζουν ως «εδάφη» τους. Στο επόμενο στάδιο, για να αποφύγουν τα μέτρα ασφάλειας, οι οπαδοί άρχισαν να καταλαμβάνουν θέσεις έξω από τα «εδάφη» τους. Επισκέπτονταν, επίσης, αγώνες στους οποίους η ομάδα τους δεν συμμετείχε, προκειμένου να έχουν την ευκαιρία να αντιμετωπίσουν αντίπαλες ομάδες φιλάθλων. Έτσι άρχισαν να σημειώνονται αντιπαραθέσεις και επεισόδια, τα οποία δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με τον ποδοσφαιρικό αγώνα. Οι παραπάνω εξελίξεις -σε μεγάλο βαθμό- ήταν το αποτέλεσμα των μέτρων ασφάλειας που λήφθηκαν με σκοπό το διαχωρισμό και την παρακολούθηση των αντίπαλων ομάδων οπαδών.
Μια άλλη σημαντική ιστορική μετεξέλιξη της οπαδικής βίας στο ποδόσφαιρο, αποτελεί το γεγονός ότι με την πάροδο των ετών άρχισε να γίνεται περισσότερο οργανωμένη. Ειδικότερα, στην αρχή δεν υπήρχε σχεδόν κανένας εσωτερικός συντονισμός: oι αντιπαραθέσεις ακολουθούσαν προβλέψιμα μοτίβα και απλούς κανόνες. Σταδιακά άρχισαν να γίνονται συνεννοήσεις μεταξύ των οπαδών των ομάδων. Συγκεκριμένα, άρχισαν να πραγματοποιούνται αναγνωριστικά ταξίδια, να αγοράζονται εκ των προτέρων εισιτήρια, να συζητούνται τακτικές, να προγραμματίζονται κοινά ταξίδια, κ.λπ.
Η οπαδική βία αποτελεί «γόρδιο δεσμό» για το ποδόσφαιρο, που δύσκολα λύνεται. Κόβεται, όμως, εύκολα από ηγεσίες με ισχυρή βούληση και χωρίς εξαρτήσεις._