Το κόστος στέγασης νοικοκυριών στην Ελλάδα είναι πολύ υψηλό αλλά έχει μειωθεί ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος σε σύγκριση με την προηγούμενη δεκαετία, σύμφωνα με τα συμπεράσματα μελέτης της Alpha Bank που συμπεριλαμβάνεται στο εβδομαδιαίο οικονομικό δελτίο της τράπεζας.
Το υψηλότερο ποσοστό επιβάρυνσης στην Ευρωζώνη
Οι οικονομικοί αναλυτές της Alpha Bank διαπιστώνουν ότι το ποσοστό του πληθυσμού που ζει σε νοικοκυριά, για τα οποία το κόστος στέγασης υπερβαίνει το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους (overburden rate), ήταν το 2021 υψηλότερο για όσους ενοικιάζουν (74,6%), έναντι των ιδιοκτητών που αποπληρώνουν στεγαστικό, ή άλλο δάνειο (18,5%) αλλά και για τους κατοίκους των πόλεων (32,4%), σε σύγκριση με όσους διαμένουν σε αγροτικές περιοχές (22%).
Το ποσοστό των Ελλήνων με υπερβολική επιβράρυνση στο κόστος στέγασης είναι το υψηλότερο στην Ευρωζώνη, τόσο για όσους ζουν στα αστικά κέντρα όσο και για εκείνους που ζουν σε αγροτικές περιοχές, όπως προκύπτει από στοιχεία της Eurostat.
Ράλι των τιμών των ακινήτων
H οικονομική ανάλυση της Alpha Bank επισημαίνει ότι οι τιμές των κατοικιών στην Ελλάδα παραμένουν σε ανοδική τροχιά, από το πρώτο τρίμηνο του 2018 και μετά.
Μετά από μια προσωρινή υποχώρηση του ρυθμού ανόδου, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η αύξηση των τιμών επιταχύνθηκε εκ νέου, από τις αρχές του 2021, φθάνοντας, το τρίτο τρίμηνο του 2022, στο 11,2% σε ετήσια βάση . Ο αντίστοιχος ρυθμός μεταβολής των τιμών κατοικιών στην Ευρωζώνη επιβραδύνθηκε, το τρίτο τρίμηνο του 2022, σε 6,8% από 9,2% στο δεύτερο και 9,8% στο πρώτο τρίμηνο του έτους.
Η άνοδος των τιμών των κατοικιών, οδηγεί αφενός σε αύξηση του μη χρηματοοικονομικού πλούτου των νοικοκυριών, γεγονός που αφορά σημαντικό μέρος του πληθυσμού, δεδομένου του υψηλού ποσοστού ιδιοκατοίκησης στη χώρα μας. Αφετέρου, η παράλληλη άνοδος των τιμών της ενέργειας, των ενοικίων, καθώς και των επιτοκίων, επιδρά αυξητικά στο κόστος της στέγασης, το οποίο, σύμφωνα με τον ορισμό της Eurostat, περιλαμβάνει ενοίκια, ή δόσεις στεγαστικών δανείων και το κόστος των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας (ύδρευση, ηλεκτρισμό, θέρμανση).
Αύξηση 2,6% των ενοικίων
Σε ό,τι αφορά στα ενοίκια στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον σχετικό υποδείκτη του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών καταναλωτή (ΕνΔΤΚ), ακολουθούν ανοδική πορεία, από το δεύτερο τρίμηνο του 2021 και μετά . Ο ρυθμός αύξησής τους υπερέβη, μάλιστα, τον ρυθμό ανόδου του αντίστοιχου δείκτη της Ευρωζώνης, το τέταρτο τρίμηνο του 2022 (2,6%, έναντι 2,1%).
Το κόστος στέγασης στην Ελλάδα, αν και υψηλό, έχει μειωθεί σημαντικά σε σύγκριση με την προηγούμενη δεκαετία, δηλαδή κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το κόστος της στέγασης στη χώρα μας, ως πoσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος, διαμορφώθηκε σταδιακά το 2021 σε 34,2%, από 42,5% το 2014.
Ηταν, ωστόσο, το υψηλότερο στην Ευρωζώνη το 2021, φθάνοντας στο 34,2%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το μερίδιο των δαπανών στέγασης επί του διαθέσιμου εισοδήματος ήταν σημαντικά υψηλότερο το 2021 για νοικοκυριά με ένα άτομο (47,6%), έναντι των νοικοκυριών που απαρτίζονται από δύο άτομα (31,7%).
Επιπρόσθετα, το ποσοστό του πληθυσμού που ζει σε νοικοκυριά, για τα οποία το κόστος στέγασης υπερβαίνει το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους (overburden rate), ήταν το 2021 υψηλότερο για όσους ενοικιάζουν (74,6%), έναντι των ιδιοκτητών που αποπληρώνουν στεγαστικό, ή άλλο δάνειο (18,5%) αλλά και για τους κατοίκους των πόλεων (32,4%), σε σύγκριση με όσους διαμένουν σε αγροτικές περιοχές (22%). Συνολικά στη χώρα μας, το overburden rate διαμορφώθηκε το 2021 σε 28,8%.
Oλα τα ανωτέρω ποσοστά έχουν αποκλιμακωθεί σημαντικά σε σύγκριση με τη διετία 2014-2015 -όταν καταγράφηκαν οι υψηλότερες τιμές τουλάχιστον των τελευταίων δώδεκα ετών-, παρά την πτώση του κόστους της στέγασης στο ίδιο χρονικό διάστημα, εξαιτίας της πτώσης του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών (σε τρέχουσες τιμές), κατά 25,1% μεταξύ 2010 και 2015.