«Φυγή προς τα μπρος» με κινήσεις σε όλα τα μέτωπα μέσα στις επόμενες 100 μέρες για να κλείσουν πληγές που άνοιξαν οι ευρωεκλογές σχεδιάζει η κυβέρνηση. Σύμφωνα με πληροφορίες, το σχέδιο θα ξεδιπλώνεται μέχρι τη ΔΕΘ τον Σεπτέμβριο. Μεγάλη μάχη θα δοθεί στο μέτωπο της ακρίβειας και της αύξησης των εισοδημάτων των πολιτών.
Αλλαγές υπέρ του καταναλωτή επέρχονται στους ελέγχους της Επιτροπής Ανταγωνισμού, ενώ οργανώνεται και «αστυνομία γραφειοκρατίας» με διαδικασίες απλοποίησης και ελέγχου αποτελεσματικότητας της κρατικής διοίκησης προκειμένου τα οφέλη να γίνουν αισθητά στην καθημερινότητα του πολίτη.
Τι έφταιξε
Στην κυβέρνηση λένε πως «η επιστροφή στην κανονικότητα δεν φτάνει, ζητούμενο είναι η βελτίωση της ζωής των πολιτών». Γι’ αυτό θα επιχειρήσουν στροφή στα κοινωνικά προβλήματα. Στο οικονομικό πεδίο, το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών ερμηνεύεται από την κυβέρνηση ως μήνυμα για καλύτερους μισθούς, περισσότερες δουλειές, συγκράτηση τιμών, αποδοτικότερο και πιο δίκαιο κράτος σε θέματα Υγείας, μεγαλύτερη αίσθηση ασφάλειας σε Υγεία, Πρόνοια και απονομή Δικαιοσύνης.
Στην πλατεία Συντάγματος εκτιμούν ότι η τεκμαρτή φορολόγηση των επαγγελματιών ενόχλησε πολλούς, αλλά δεν τους έστρεψε σε άλλα κόμματα. Και καθώς πρόκειται για μέτρο με «ημερομηνία λήξης» το 2025 ή 2026 (όταν με POS και συστήματα myDATA το 90% των επαγγελματιών θα εμφανίζει το πραγματικό του εισόδημα που θα υπερβαίνει το τεκμαρτό), η εμπιστοσύνη του κόσμου της αγοράς στην κυβέρνηση θα αποκατασταθεί πριν από τις εθνικές εκλογές του 2027, καθώς θα έχουν δημιουργηθεί δημοσιονομικά περιθώρια (600 εκατ. ευρώ τον χρόνο από φέτος κιόλας) για ανακατανομή βαρών ή ελαφρύνσεις και περισσότερα μέτρα στήριξης προς πολίτες και νοικοκυριά που αποκλείονταν ή αδικούνταν λόγω της εκτεταμένης φοροδιαφυγής.
Τι αλλάζει
Στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών εκτιμούν πως «δεν κέρδισε τίποτα η αντιπολίτευση από καταγγελίες και παροχολογία γιατί ο κόσμος περιμένει από την κυβέρνηση να δώσει λύση στα προβλήματα».
Επιδόματα τύπου «pass» αποκλείονται. Ως πρώτη προτεραιότητα θέτουν περισσότερες και μόνιμες αυξήσεις μισθών ώστε να υπερκαλύψουν την ακρίβεια. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αυξηθούν ταχύτερα – πέραν και των 1.500 ευρώ έως το 2027 που έθετε ως στόχο προεκλογικά πέρυσι η κυβέρνηση (από περίπου 1.300 ευρώ σήμερα).
Για τον σκοπό αυτό, μεταξύ άλλων, εξετάζονται:
(α) φοροαπαλλαγές ή και μεγαλύτερη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών (κατά 1% σταδιακά έως το 2026 αντί το 2027 που έχει ανακοινωθεί ή όλο μαζί «μια και έξω» το 2025 αν «βγαίνουν» τα νούμερα), αλλά και
(β) μετατροπή του επιδόματος ανεργίας σε επίδομα εργασίας με στόχο οι επιχειρήσεις εντάσεως εργασίας να προσλάβουν περισσότερους υπαλλήλους.
Ο προφανής στόχος είναι να μειωθεί η ανεργία και να αυξηθεί το ατομικό και οικογενειακό εισόδημα όλων αυτών που βρίσκουν δουλειά στον ιδιωτικό τομέα. Εκτιμάται όμως ότι η αναζήτηση και πρόσληψη νέων εργαζομένων θα προκαλέσει κινητικότητα στην αγορά, με θετική επίδραση και στους παλαιότερους υπαλλήλους που, επειδή αμείβονται με μισθό υψηλότερο από τα 810 ευρώ του κατώτατου, δεν έχουν δει «διά νόμου» αυξήσεις εισοδημάτων, εκτός όσων συμπληρώνουν τριετίες που είχαν «παγώσει» για περισσότερο από 12 χρόνια.
Νέα δεδομένα
Στις 100 μέρες μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου θα αποκαλυφθούν και τα πραγματικά δημοσιονομικά περιθώρια που θα έχει η κυβέρνηση για ελαφρύνσεις από το 2025 έως το 2028. Μέσα στην εβδομάδα αναμένεται επιστολή της Κομισιόν προς όλες τις κυβερνήσεις της Ε.Ε. που θα ορίζει τα όρια ετήσιας αύξησης δαπανών στον Προϋπολογισμό κάθε έτους. Επειτα από «παζάρι» με τις Βρυξέλλες και πριν η Αθήνα καταθέσει προσχέδιο Προϋπολογισμού στη Βουλή (στις 7 Οκτωβρίου), θα έχει μετρήσει τα νέα δεδομένα και θα λάβει αποφάσεις.
Για να διαχυθεί η ωφέλεια σε περισσότερους εργαζόμενους, πάντως, κερδίζει έδαφος και η άποψη ότι θα πρέπει η κυβέρνηση να ενθαρρύνει τη σύναψη περισσότερων συλλογικών συμβάσεων εργασίας, που θα δίνουν αυξήσεις και σε όσους δεν έχουν έως τώρα λάβει ούτε μία τα τελευταία 15 χρόνια επειδή υπερβαίνουν τον κατώτατο που ορίζεται από τον νόμο. Και αυτό διότι ελάχιστες από τις ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις έχουν προβλέψεις για αυξήσεις μισθών βάσει παλαιότητας.
Πηγές στην κυβέρνηση ανέφεραν ότι το θέμα αυτό εξετάζεται με ιδιαίτερη περίσκεψη, καθώς οι αυξήσεις των μισθών δεν πρέπει να ξεπερνούν την αύξηση της παραγωγικότητας ώστε να μην απειληθούν οι επιχειρήσεις και η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο, η Ελλάδα πάσχει στην παραγωγικότητα της εργασίας. Αν και αυξήθηκε κατά 6,5% τα τελευταία 5 χρόνια (2019-2023), παραμένει κατά 1/3 χαμηλότερη εκείνης του ΟΟΣΑ και 15,7% μικρότερη από το 2007, καθώς και οι ώρες εργασίας ανά απασχολούμενο υπολείπονται κατά 5,3%.
Ελεγχοι στην αγορά
Ωστόσο, αύξηση της παραγωγικότητας δεν γίνεται χωρίς μείωση του διοικητικού βάρους και διευκόλυνση των επενδύσεων. Εμφαση θα δοθεί στην καλύτερη λειτουργία του κράτους, καθώς η αυξημένη αποχή έδειξε απογοήτευση και απαξία για φαινόμενα κακής λειτουργίας ολόκληρου του κράτους.
Ενίσχυση και πίεση αναμένεται να υπάρξει σε ελέγχους προστασίας του ανταγωνισμού και του καταναλωτή. Θα συνεχιστεί και θα ενταθεί όμως και το κυνήγι στη φοροδιαφυγή. Η αντίδραση των επαγγελματιών σε POS, τεκμήρια myDATA κ.λπ. καταγράφηκε ως «διαμαρτυρία πολυτελείας». Η κυβέρνηση τα έκανε αυτά όμως στον πρώτο χρόνο της θητείας της ακριβώς για να προλάβουν να αποδώσουν μόνιμες φοροελαφρύνσεις από το 2025-2026 και μετά.
Ειδική «κατηγορία προβλήματος» που αναζητεί λύση αποτελούν οι ιδιοκτήτες ακινήτων, καθώς έχουν πιεστεί πολλαπλά λόγω νέων μέτρων – π.χ. για «μαύρο» χρήμα στις αγοραπωλησίες, ακαθάριστα οικόπεδα, υποχρεώσεις αναβάθμισης (ενεργειακής, καυστήρων, ανελκυστήρων κ.λπ.), βιβλία Εφορίας στα Airbnb, απαγορεύσεις Golden Visa κ.ά. Αναζητείται μέτρο ελάφρυνσης όπως, λόγου χάρη, μεγαλύτερη ελάφρυνση ΕΝΦΙΑ και εκπτώσεις ασφάλισης από το 2025 και μετά, ή άλλες «έξυπνες» λύσεις που θα τους δώσουν «ανάσα», όπως π.χ. να στηριχθεί το Airbnb για μικρές γκαρσονιέρες 18-25 τ.μ. στην Αθήνα, γιατί κανείς δεν τις νοικιάζει εκτός από το Airbnb και θα ρημάζουν ανεκμετάλλευτες κ.ά.