Ομιλία της Σίας Αναγνωστοπούλου στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση επί της πρότασης δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης, χθες Πέμπτη 6.3.2025.
Ολόκληρη η ομιλία:
Αυτό που ζούμε αυτές τις μέρες, ειδικά από σήμερα το πρωί και μετά τη δημοσίευση του e-mail Τριαντόπουλου, το οποίο παραδέχτηκε και ο κ. Γεραπετρίτης, είναι μία συσσωρευμένη χυδαιότητα που έχουμε ζήσει έτσι κι αλλιώς εδώ και έξι χρόνια. Φωνές, διαστρέβλωση της πραγματικότητας, πανικός. Πανικός γιατί την πρόταση δυσπιστίας πάνω απ’ όλα την έχει κάνει ένας λαός ο οποίος βρέθηκε στους δρόμους, ένας λαός ο οποίος γέμισε όλες τις πόλεις με πρωτοφανή τρόπο τουλάχιστον την περίοδο της μεταπολίτευσης. Άρα, λοιπόν, αυτό φοβάται η Κυβέρνηση, αυτήν τη δυσπιστία φοβάται, αυτό το «Φτάνει, ως εδώ», αυτό το «Δικαιοσύνη θέλουμε και δεν μπορούμε να συνεχίσουμε με ένα σάπιο σύστημα».Αυτό που έκαναν καταρχάς οι συγγενείς των θυμάτων, οι οποίοι επί δύο χρόνια, όσο και να προσπαθούσατε να λέτε στην καλύτερη περίπτωση ότι επειδή πονάνε, μπορούν να λένε ό,τι θέλουνε, ενώ δεν καταλαβαίνατε ότι επειδή πονάνε ακριβώς, παίρνανε δύναμη για να ψάξουνε, να βάλουνπραγματογνώμονες, να βάλουν νομικούς και να κάνουν μία κοινωνία να συνειδητοποιήσει και να συνειδητοποιηθεί ότι χωρίς δικαιοσύνη δεν μπορεί να υπάρξει ούτε δημοκρατία, αλλά ούτε ζωή.
Πρόταση δυσπιστίας, λοιπόν, γι’ αυτήν την αλαζονεία την οποία ζήσαμε όχι μόνο από την Κυβέρνηση, αλλά και από τον ίδιο τον Κώστα Καραμανλή που χλεύασε, λοιδόρησε, ακύρωσε τη Βουλή, τους συνδικαλιστές, τους δημοσιογράφους, όσους προειδοποιούσαν ότι δεν είχε καμία εξασφάλιση της ασφάλειας των τρένων, το μοναδικό μέσο των εργαζόμενων ανθρώπων, αλλά και της νεολαίας.Τον Καραμανλή που δύο μήνες μετά ήταν υποψήφιος, εκλέχτηκε και φώναξε εκείνο το βράδυ «Τα κάστρα δεν πέφτουν». Και όμως τα κάστρα πέφτουν. Όταν υπάρχουν δύο εκατομμύρια άνθρωποι στους δρόμους, όταν ο απανταχού ελληνισμός είναι στους δρόμους και όσο και να θέλετε να φωνάζετε «άνω και κάτω πλατείες», ξέρετε ότι δεν περνάει, τότε και τα μεγαλύτερα κάστρα πέφτουν.
Πρόταση δυσπιστίας εναντίον της κυβερνητικής αλαζονείας και του ίδιου του Πρωθυπουργού που πίστευαν ότι το έγκλημα θα κουκουλωνόταν με το «έτσι θέλω», με πρωθυπουργικές αποφάσεις, «φταίει ο σταθμάρχης», με μονταρισμένο υλικό, με ευθείες παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη, με χυδαίες επιθέσεις κυβερνητικών παραγόντων και Βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας εναντίον της Αντιπολίτευσης πάντα, αλλά φευ, ακόμα και απέναντι σε συγγενείς θυμάτων.
Πρόταση δυσπιστίας εναντίον της συγκάλυψης και αυτό είναι το πιο κρίσιμο σημείο αυτής της πρότασης δυσπιστίας. Είναι αυτό που ξεχείλισε πραγματικά αυτό το «Δεν πάει άλλο» του κόσμου, ότι «Θέλουμε δικαιοσύνη, θέλουμε ηθική επιτέλους στην πολιτική».
Εδώ και δύο χρόνια όποιος τολμούσε να πει τη λέξη «μπάζωμα» ήταν κατακριτέος. «Τι είναι αυτά που λέτε, τι μπαζώσαμε;». Επιτέλους, τώρα μιλάμε και για ξεμπάζωμα και για μπάζωμα και όχι μόνο αυτό, αλλά αποφασίσατε, συντονίσατε, εκτελέσατε το ξεμπάζωμα και το μπάζωμα του χώρου του εγκλήματος. Υπήρχε στις 2 Μαρτίου άσκηση ποινικής δίωξης, άρα ο τόπος του εγκλήματος, όπως το λέει η εισαγγελική διάταξη -δεν το λέμε εμείς-, έπρεπε να περιφρουρηθεί, έπρεπε να ιεροποιηθεί. Προσέξτε τη λέξη που χρησιμοποιεί ο ίδιος ο ΕΟΔΑΣΑΑΜ, να ιεροποιηθεί, γιατί εκεί ήταν οι αποδείξεις και γιατί εκεί ήταν τα υπολείμματα των νεκρών και αυτό είναι ακόμα χειρότερο.
Προσπαθήσατε να βγάλετε τους πάντες τρελούς. Παρατηρούσαν οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι στην περιοχή. Παρατηρεί ένας κυβερνητικός εκπρόσωπος έναν τόπο εγκλήματος και όταν υπάρχει ποινική δίωξη; Και γιατί δεν παρατηρούσε αυτός ο άνθρωπος, ο Διευθυντής της Τροχαίας, ο κ. Βλαχογιάννης, που σηκώθηκε και έφυγε; Διότι ήξερε, ήξερε τον νόμο, ήξερε τι πάει να πει ιεροποίηση του τόπου του εγκλήματος.
Θα είμαστε πραγματικά εδώ alert πια για να γίνουν όσες προανακριτικές χρειαστεί, να ανοιχτούν όσα τηλέφωνα επικοινωνίας χρειαστούν, όσο ψηλά και να βρίσκεται ο οποιοσδήποτε σ’ αυτήν την ιστορία.
Μας είπε ο κύριος Πρωθυπουργός χθες ότι θα κάνει αξιολογήσεις στο δημόσιο. Αυτό κατάλαβε. Αυτό κατάλαβε από τα 2-2,5 εκατομμύρια κόσμου. Δεν κατάλαβε ότι αξιολογήθηκε ο ίδιος και βρέθηκε ελλιπέστατος. Δεν θα πω για τις αξιολογήσεις στο δημόσιο. Θα πω ένα πράγμα. Ο κ. Μητσοτάκης από τότε που ήταν Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης επί κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου ένα ήξερε να κάνει στο δημόσιο: να απολύει κόσμο ή να θέτει σε διαθεσιμότητα. Αξιολογήθηκε από τον κόσμο και αυτός φαίνεται να είναι, αυτή η Κυβέρνηση να είναι ο αποσταθεροποιητικός παράγοντας της κοινωνικής, πολιτικής ζωής αλλά και της ίδιας της δημοκρατίας. Αποσταθεροποιητικός με τις υποκλοπές, με αυτή την τεράστια ανισότητα, φτωχοποίηση του μεγαλύτερου ποσοστού του πληθυσμού και εκπλουτισμού μόνο κάποιων λίγων και εκλεκτών. Απέναντι σ’ αυτή την αδικία, την έλλειψη δικαιοσύνης ξεσηκώθηκε ο κόσμος. Και γι’ αυτό γίνεται η πρόταση δυσπιστίας.
Ο κύριος Πρωθυπουργός χρησιμοποίησε μία διατύπωση. Είπε ότι έγινε η «συμμαχία των προθύμων» για τα τέσσερα κόμματα που υπέγραψαν την πρόταση δυσπιστίας. Θα έλεγα στον κύριο Πρωθυπουργό να προσέχει τις διατυπώσεις που χρησιμοποιεί ειδικά όταν θυμίζουν οικεία κακά. Γιατί οι «πρόθυμοι της Ευρώπης» στους οποίους διατυμπάνιζε ότι ανήκει, έκαναν τραπέζι χωρίς αυτόν. Έκαναν τραπέζι χωρίς την Ελλάδα. Έτσι ονομάστηκε. Η «Σύνοδος των προθύμων» στο Λονδίνο. Η Τουρκία ήταν. Η Ελλάδα δεν ήταν.
Θα κλείσω λέγοντας ότι σήμερα στη Σύνοδο της Ευρώπης, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε να δρομολογήσει την πολεμοχαρή κατεύθυνση της Ευρώπης. Εμείς θέλουμε να πούμε ότι σε αυτή την πολεμοχαρή κατεύθυνση όπου κάθε έννοια ειρήνης, κοινωνικής δικαιοσύνης, αξιών πάνω στις οποίες στήθηκε υποτίθεται αυτή η Ευρώπη, δεν θα συναινέσουμε. Η δικαιοσύνη όμως θα αποδοθεί έτσι κι αλλιώς.