Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, τα δημοσιονομικά επιτεύγματα και οι μακροοικονομικές επιτυχίες, δεν μεταφράζονται σε «φούσκωμα» της τσέπης των Ελλήνων. Αντιθέτως οι συμπατριώτες μας είναι από τους πιο φτωχούς Ευρωπαίους με όρους αγοραστικής δύναμης.
Η ακρίβεια έχει συνθλίψει τα εισοδήματα και τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και είναι πρόδηλο πως οι αυξήσεις σε μισθούς και η απόδοση επιδομάτων, δεν επαρκούν για να αλλάξουν την αρνητική συνθήκη. Τα στοιχεία που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η Eurostat και αφορούν το 2024 είναι αμείλικτα: η Ελλάδα βρίσκεται στα χαμηλότερα στρώματα της Ευρωπαϊκής Ενωσης με βάση το κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Η χώρα μας, δηλαδή, με όρους αγοραστικής δύναμης, κατατάσσεται στην προτελευταία θέση της ΕΕ, με μόνο τη Βουλγαρία να βρίσκεται σε δυσχερέστερη θέση!
Ειδικότερα η Ελλάδα παραμένει εκ των ουραγών στην Ευρώπη, με κατά κεφαλήν ΑΕΠ 30% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Η Βουλγαρία βρίσκεται 34% κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ την χειρότερη τριάδα κλείνει η Λετονία (29%).
Στον αντίποδα το Λουξεμβούργο και η Ιρλανδία είχαν τα υψηλότερα επίπεδα (141% και 111% πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ, αντίστοιχα), πολύ πριν από τις Κάτω Χώρες (35% πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ), τη Δανία (+28%) και το Βέλγιο (+17%). Το Βέλγιο, η Αυστρία, η Γερμανία, η Σουηδία, η Μάλτα και η Φινλανδία ήταν τα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ με κατά κεφαλήν ΑΕΠ πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Η Γαλλία, η Ιταλία, η Κύπρος, η Ισπανία, η Τσεχία και η Σλοβενία βρίσκονταν λιγότερο από 10% κάτω από τον εν λόγω μέσο όρο, ακολουθούμενες από τη Λιθουανία και την Πορτογαλία με 10% έως 20% κάτω.
Αναλλοίωτη η αρνητική συνθήκη
Δεν είναι η πρώτη έκθεση της Eurostat από την οποία εξάγονται τα ίδια θλιβερά συμπεράσματα για την αγοραστική δύναμη των Ελλήνων. Τον Ιούνιο είχε δώσει στη δημοσιότητα report, το οποίο ανέδειξε το Sin, το οποίο επισήμανε ότι κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (PPS) διαμορφώθηκε το 2021, στο 64,6% της ΕΕ-27 και κατέλαβε την προτελευταία θέση, μεταξύ των «27» ήτοι την 26η θέση, πάνω μόνο από τη Βουλγαρία.
Τίποτα, λοιπόν, δεν άλλαξε το 2024, παρά το γεγονός ότι ήταν μια χρονιά-όπως και το 2023- όπου η Ελλάδα είχε ανάπτυξη υπερτριπλάσια από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Είναι πρόδηλο ότι τα μακροικονομικά επιτεύγματα δεν μετουσιώνονται σε βελτίωση της αγοραστικής δύναμης των Ελλήνων, οι οποίοι βλέπουν τα πραγματικά εισοδήματά τους να ροκανίζονται εξαιτίας της ακρίβειας και την απόσταση από την Ευρώπη να μεγαλώνει.
sofokleousin.gr