Την ερχόμενη Τετάρτη θα φανεί αν έχουν δίκιο όσοι χαρακτηρίζουν ως εξαιρετικά συντηρητική την πρόβλεψη για ρυθμούς ανάπτυξης 2,3- 2,4%.
Η ΕΛΣΤΑΤ θα δώσει τις πρώτες εκτιμήσεις για το ΑΕΠ του α’ 3μηνου και αυτά τα πρώτα στοιχεία αναμένεται να αποτυπώσουν τις πρώτες θετικές επιπτώσεις στους μακροοικονομικούς δείκτες από 3 βασικούς παράγοντες: 1) τη “βουτιά” του ενεργειακού κόστους 2) τη θεαματική έναρξη της τουριστικής σεζόν 3) τις αντοχές των νοικοκυριών με ό,τι συνεπάγεται αυτό στην ιδιωτική κατανάλωση.
Το κόστος ενέργειας – Παρατεταμένη υποχώρηση του φυσικού αερίου
Ξεκινώντας από το κόστος ενέργειας, μάλλον ελάχιστοι περίμεναν την παρατεταμένη υποχώρηση της τιμής του φυσικού αερίου. Επί της ουσίας, σήμερα βρισκόμαστε στα επίπεδα του α΄ εξαμήνου του 2021, όταν δηλαδή οι καταναλωτές και οι κυβερνήσεις ούτε καν φαντάζονταν αυτό που ερχόταν. Μετά το παρατεταμένο σοκ του προηγούμενου 12μηνου κι αφού άγγιξε τα 340 ευρώ, το φυσικό αέριο “σέρνεται” σήμερα γύρω στα 25 ευρώ. Οι γεμάτες αποθήκες της Ευρώπης, οι πρώτες κοινές προμήθειες LNG, η περιορισμένη ζήτηση συντείνουν έτσι ώστε για το επόμενο 12μηνο να μην “βλέπουν” οι αγορές τιμή πάνω από τα 35 ευρώ.
Θα ωφεληθεί το ΑΕΠ από τη «βουτιά» του φυσικού αερίου;
Το όφελος για την ελληνική οικονομία από τη “βουτιά” του φυσικού αερίου και συνακόλουθα του ηλεκτρικού ρεύματος, τώρα θα αρχίσει να αποτυπώνεται στους δείκτες αλλά είναι δεδομένο. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι ο φετινός Προϋπολογισμός “χτίστηκε” με βασικό σενάριο τιμής φυσικού αερίου στα 120 ευρώ, δηλαδή με κόστος περί τα 6,6 δισ ευρώ αν θεωρήσουμε ότι η εγχώρια ζήτηση δεν θα ξεπεράσει τις 55 TWh.
Mε μέση τιμή έτους στα 35 ευρώ, το κόστος υποχωρεί στα περίπου 1,9 δισ ευρώ, ενώ αν δεν ξεπεράσει τα 30 ευρώ, διαμορφώνεται ακόμα χαμηλότερα στα 1,65 δισ ευρώ. Το άμεσο όφελος είναι στο Ισοζύγιο Πληρωμών, που “υπέφερε” το προηγούμενο 18μηνο από τις αυξήσεις στις εισαγωγές καυσίμων. Ωστόσο όπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές, το 30- 50% της διαφοράς μεταξύ του βασικού σεναρίου και του διαφαινόμενου τελικού κόστους, δηλαδή των περίπου 5 δισ ευρώ, θα ωφελήσει το ΑΕΠ.
Το «κλειδί» του ενεργειακού κόστους
Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Ότι μόνο λόγω μείωσης του ενεργειακού κόστους- δεν πρέπει να ξεχνά κανείς και το διπλό όφελος από την υποχώρηση της τιμής του πετρελαίου από την κορυφή των 120 δολαρίων και την ενίσχυση του ευρώ- το ΑΕΠ μπορεί να κερδίσει τουλάχιστον μισή μονάδα ή έως και μια μονάδα σύμφωνα με τους πιο τολμηρούς. Σε αυτήν την περίπτωση, το ψυχολογικό όριο του 3% για τη φετινή ανάπτυξη μοιάζει πολύ κοντινό.
Όσο για το “σπρώξιμο” από τον Τουρισμό, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση αν ανατρέξει κανείς στις περσινές επιδόσεις. Η υπέρβαση του αρχικού στόχου των τουριστικών εισπράξεων κατά περίπου 3 δισ ευρώ, ήταν καθοριστική και ως προς τη δημιουργία “χώρου” στον Προϋπολογισμό για τις έκτακτες εισοδηματικές ενισχύσεις του β’ εξαμήνου του 2022 αλλά και ως προς την επίτευξη ρυθμών ανάπτυξης κοντά στο 6%.
Για φέτος, το βασικό σενάριο προέβλεπε εισπράξεις 18 δισ ευρώ, αλλά πριν καλά- καλά μπούμε στη θερινή σεζόν, οι ίδιοι οι κλαδικοί φορείς θεωρούν ότι θα ξεπεραστούν οι ιστορικές επιδόσεις του 2019. Ανεπισήμως, ο πήχης τίθεται, πλέον, στα 20 δισ ευρώ και θα πρέπει να επισημανθεί ότι αυτά τα επιπλέον 2 δισ ευρώ έχουν πολλαπλασιαστή τουλάχιστον 2- 2,5 για την οικονομία συνολικά, όπως προκύπτει από σχετικές μελέτες του ΙΝΣΕΤΕ.
Μελέτη της Eurobank
Είναι όλα ρόδινα; Προφανώς και όχι. Μελέτη της Eurobank αναδεικνύει δύο εξελίξεις με αρνητικό πρόσημο, που “φωτογραφίζουν” την ιδιωτική κατανάλωση:
Ο δείκτης όγκου λιανικού εμπορίου στο πρώτο τρίμηνο, δηλαδή οι πωλήσεις σε σταθερές τιμές, μειώθηκε κατά 1,3% σε σχέση με τέταρτο τρίμηνο του 2022 και κατά 2,5% σε σχέση με πέρσι. Δηλαδή, για δεύτερο συνεχές τρίμηνο ο όγκος των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο κινήθηκε καθοδικά. Το αρνητικό αποτέλεσμα προήλθε από τις κατηγορίες των μεγάλων καταστημάτων τροφίμων (super markets), των καυσίμων και λιπαντικών αυτοκινήτων και των φαρμακευτικών και καλλυντικών.
Η υψηλή επιβράδυνση των εισαγωγών εκτός καυσίμων και πλοίων το πρώτο τρίμηνο 2023 μπορεί να συνοδευτεί από αντίστοιχη επιβράδυνση των συνιστωσών της εγχώριας ζήτησης.
iefimerida