Χιλιάδες φορολογούμενοι αυτές τις μέρες λαμβάνουν ειδοποιητήρια από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), που τους καλεί να υποβάλουν συμπληρωματικές φορολογικές δηλώσεις, κυρίως, για το 2018. Πρόκειται για μια προσπάθεια της Εφορίας να αποτρέψει την παραγραφή φορολογικών υποθέσεων που πλησιάζουν το τέλος της προθεσμίας τους. Με την αποστολή ηλεκτρονικών μηνυμάτων σε χιλιάδες φορολογουμένους, οι οποίοι καλούνται να υποβάλουν συμπληρωματικές δηλώσεις, η ΑΑΔΕ διασφαλίζει ότι οι υποθέσεις αυτές δεν θα παραγραφούν στο τέλος του τρέχοντος έτους.
Αυτά τα ηλεκτρονικά μηνύματα αφορούν φορολογουμένους που εμπλέκονται σε υποθέσεις με έκδοση και λήψη φορολογικών στοιχείων τα οποία ενδέχεται να είναι εικονικά. Ο στόχος είναι να ολοκληρωθεί η κοινοποίηση των προσωρινών πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού φόρου μέχρι την 1η Δεκεμβρίου. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, σύμφωνα με τη νομοθεσία, οι φορολογούμενοι έχουν περιθώριο 20 ημερών από την κοινοποίηση για να απαντήσουν στις εκτιμήσεις των ελεγκτών και να αποδείξουν πιθανά σφάλματα.
Η κίνηση της ΑΑΔΕ έχει έναν επιπλέον σκοπό. Εάν οι φορολογούμενοι υποβάλουν τροποποιητικές δηλώσεις μέσα στο πέμπτο έτος της παραγραφής, αυτή παρατείνεται κατά ένα έτος, αλλά μόνο για το θέμα που αφορά η τροποποιητική δήλωση. Αυτό σημαίνει ότι οι φορολογικές αρχές μπορούν να αναστείλουν την παραγραφή για εκκρεμείς υποθέσεις που διαφορετικά θα έκλειναν στο τέλος του 2024 και να μεταθέσουν τη λήξη της παραγραφής για το τέλος του 2025.
Σημαντικό είναι να τονιστεί ότι η προθεσμία παραγραφής για τις φορολογικές υποθέσεις του 2018, καθώς και για ορισμένες άλλες κατηγορίες, λήγει στις 31 Δεκεμβρίου του 2024. Αυτές οι υποθέσεις περιλαμβάνουν:
1/ Φορολογικές υποθέσεις του 2015: Αφορά δηλώσεις που υποβλήθηκαν εκπρόθεσμα εντός του 2021. Η κανονική προθεσμία παραγραφής των πέντε ετών παρατάθηκε κατά τρία έτη, μέχρι το τέλος του 2024.
2/ Φορολογικές υποθέσεις του 2013: Αυτές οι υποθέσεις αναφέρονται σε περιπτώσεις όπου μετά τη λήξη της κανονικής πενταετούς παραγραφής, το 2019, εντοπίστηκαν συμπληρωματικά στοιχεία που έδειχναν ότι η φορολογητέα ύλη ήταν μεγαλύτερη από αυτή που είχε δηλωθεί αρχικά.
3/ Υποθέσεις ΦΠΑ του 2013: Ελέγχθηκαν εντός της κανονικής προθεσμίας, αλλά νέα στοιχεία που προέκυψαν μετά τη λήξη της παραγραφής έδειξαν ανακρίβειες στις δηλώσεις.
Οι αρμόδιες υπηρεσίες της ΑΑΔΕ επικεντρώνουν τους ελέγχους τους σε αυτές τις υποθέσεις ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου θα κοινοποιηθούν έγκαιρα, διασφαλίζοντας το δικαίωμα του Δημοσίου να επιβάλει φόρους και πρόστιμα.
Οι φορολογούμενοι που λαμβάνουν πράξεις εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου έχουν δύο επιλογές. Η πρώτη είναι να αποδεχτούν τα αποτελέσματα του ελέγχου και να πληρώσουν το ποσό που αναγράφεται εντός 30 ημερών. Εναλλακτικά, μπορούν να υποβάλουν εκπρόθεσμες δηλώσεις, επίσης εντός 30 ημερών, για να εκδοθούν νέοι διοικητικοί προσδιορισμοί φόρου με τα αντίστοιχα πρόστιμα και τόκους. Εάν αποδεχτούν τον έλεγχο, τα πρόστιμα μειώνονται κατά 50%, αλλά η υπόθεση παραμένει ανοιχτή για τουλάχιστον ένα ακόμη έτος. Το γεγονός αυτό παρέχει ένα μικρό παράθυρο ευνοϊκής μεταχείρισης για τους φορολογουμένους, αλλά δεν εξαλείφει πλήρως το κόστος συμμόρφωσης.
Η ΑΑΔΕ αξιοποιεί ένα ευρύ φάσμα δεδομένων για να πραγματοποιήσει διασταυρώσεις και ελέγχους. Αυτά περιλαμβάνουν:
■ ηλεκτρονικά αρχεία βεβαιώσεων εισοδημάτων και δαπανών,
■ δεδομένα για λοιπά εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία,
■ πληροφορίες από το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Περιουσιολογίου,
■ στοιχεία από διεθνή διοικητική συνεργασία στο πεδίο της φορολογίας.
Ενας από τους λόγους που η Εφορία ξεκινάει από νωρίς τον έλεγχο των εκκρεμών υποθέσεων που κινδυνεύουν με παραγραφή έγκειται στην απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) που ορίζει τον χρόνο επίδοσης της Πράξης Προσδιορισμού του Φόρου κατόπιν ελέγχου. Το ΣτΕ έκρινε ότι τόσο η έκδοση όσο και η γνωστοποίησή του στον ελεγχόμενο θα πρέπει να γίνεται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου εκάστου έτους και όχι αργότερα. Η εξέλιξη αυτή οδήγησε στην παραγραφή χιλιάδων υποθέσεων καθώς οι φορολογούμενοι λάμβαναν την πράξη προσδιορισμού του φόρου μετά τη λήξη της περιόδου παραγραφής.